Διατήρηση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας καθώς και περιορισμένους κινδύνους δημοσιονομικού εκτροχιασμού διατυπώνει σε έκθεσή της η HSBC, μετά το πρόσφατο ταξίδι στην Αθήνα.

 

Η HSBC υποστηρίζει ότι οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν βασικό κομμάτι ανησυχίας, βάζοντας στο κάδρο το ύψος των «κόκκινων» δανείων αλλά και τις λύσεις που προτείνονται.

 

Κατά το ταξίδι της στην Αθήνα, διαπιστώθηκε η καλή τροχιά στην οποία έχει μπει η ανάπτυξη, υποστηρίζοντας ότι η χώρα μας δεν έχει επηρεαστεί από την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης.

 

Οι επενδύσεις

Η HSBC επισημαίνει ότι από την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας λείπουν οι επενδύσεις οι οποίες είναι κατά δύο τρίτα από τα προ κρίσης επίπεδα.

 

Μάλιστα, το 2018 οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 12%, αν και μπορεί να αναθεωρηθούν τα μεγέθη καθώς τα μέχρι τώρα στοιχεία δείχνουν μεγάλη συμβολή από τα αποθεματικά στην ανάπτυξη πέρυσι, που τείνει να αποδίδεται στην κατανάλωση ή – πιθανότατα – στις επενδύσεις σε μεταγενέστερα στάδια.

 

Αναφορικά με τις επενδύσεις, η έκθεση υποστηρίζει ότι η έλλειψη επενδύσεων θα μπορούσε να αποτελέσει βαρίδι στην αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, όπως σημειώνει. Η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη είναι το σημείο που οι οικονομολόγοι που συνάντησε η HSBC διαφωνούν περισσότερο.

 

Η ανάπτυξη

Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη η εικόνα παραμένει «φωτεινή», τονίζει η HSBC, αν και χαρακτηρίζει την πορεία του ΑΕΠ το τέταρτο τρίμηνο του 2018 «μικρή απογοήτευση».

 

Η ανάπτυξη το 2018 ήταν 1,9% του ΑΕΠ, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και μια δεκαετία, και η κατάσταση βελτιώνεται σε πολλούς τομείς, ενώ προηγουμένως αφορούσε κυρίως στον τουρισμό (που καλύπτει 20% του ΑΕΠ). Καταγράφει βελτίωση της βιομηχανικής παραγωγής, καλύτερη εικόνα στην οικοδομή αλλά και την αύξηση στις τιμές των κατοικιών για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία.

 

«Εξαιρετικές» χαρακτηρίζονται οι επιδόσεις του εξαγωγικού τομέα. Όπως αναφέρει, εμφανίζεται να μην έχει επηρεαστεί από την επιβράδυνση, ειδικά στην ευρωζώνη, κάτι που εξηγεί με το ότι υπάρχει σχετικά περιορισμένη έκθεση στην περιοχή (μόνο το 1/3 των εξαγωγών), αλλά και με το μίγμα προϊόντων (τρόφιμα, φαρμακευτικά) τα οποία έχουν σχετικά ανελαστική ζήτηση. Σε ό,τι αφορά τον τουρισμό, παρατηρείται στασιμότητα μετά τα ρεκόρ, κάτι που αποδίδεται στην οικονομική κατάσταση σε αγορές όπως η Γερμανία και η Βρετανία, αλλά και τον ανταγωνισμό από χώρες χαμηλού κόστους.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΕκλογή νέου Διοικητικού Συμβουλίου και αύξηση μελών του
Επόμενο άρθροΤον Απρίλιο η νέα ρύθμιση για τις 120 δόσεις