Σε lifting των ξενοδοχειακών μονάδων προχώρησαν οι ξενοδόχοι, με τις επενδύσεις που αφορούν ανακαινίσεις ξενοδοχείων το διάστημα 2017-2018 να ξεπερνούν το ποσό των 1,6 δισ. ευρώ.

 

Την ίδια στιγμή, η ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) με τίτλο “Εξελίξεις στα βασικά μεγέθη της ελληνικής ξενοδοχίας το 2018”, αποτυπώνει τη δυναμική της ελληνικής ξενοδοχίας στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αλλά και την υψηλή εποχικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.

 

Κατά την παρουσίαση της έκθεσης, ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Αλέξανδρος Βασιλικός σημείωσε, κάλεσε την πολιτεία να συνειδητοποιήσει τη δύναμη που μπορούν να δώσουν οι Έλληνες ξενοδόχοι στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, εφόσον απαλλαγούν από τα υπέρμετρα φορολογικά βάρη και θεσπιστούν κίνητρα για περαιτέρω επενδύσεις.

 

Παραμένοντας στα ευρήματα της έρευνας του ΙΤΕΠ που έγινε σε δείγμα 965 ξενοδοχείων μελών του ΞΕΕ, με τη μέθοδο του ερωτηματολογίου, τονίστηκε ότι τα ξενοδοχεία 5 αστέρων δαπάνησαν το 10% του ετήσιου τζίρου τους για τον εκσυγχρονισμό τους, ενώ, όσο πέφτει η κατηγορία, πέφτουν και τα ποσά για τις δαπάνες εκσυγχρονισμού. Την ίδια στιγμή, ανάφερε ο κ Βασιλικός υπάρχουν και μονάδες που βρέθηκαν εκτός ξενοδοχειακού χάρτη, αφού δεν μπόρεσαν να προχωρήσουν σε αναβαθμίσεις κ.λπ.

 

Ιδιαίτερη μνεία έγινε στο ζήτημα της εποχικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, που, όπως τονίστηκε, παραμένει υψηλή καθώς το Μάιο το 60% των ξενοδοχείων είχε πληρότητα που δεν ξεπερνούσε το 60% ενώ τον Αύγουστο το 67% των ξενοδοχείων είχε πληρότητα πάνω από 80%. Στο σημείο αυτό τονίστηκε ότι οι 5 περιφέρειες της χώρας συγκεντρώνουν πάνω από 85% των τουριστικών μεγεθών. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι τέλος και το εύρημα που αφορά την απασχόληση στα ελληνικά ξενοδοχεία, όπου το Μάιο του 2018 αυξήθηκε κατά 25% και τον Αύγουστο του 2018 κατά 20%.

 

Όπως αποκαλύπτει τέλος, η ετήσια έκθεση του ΙΤΕΠ ως προς τα έσοδα των ξενοδοχείων, τονίζεται ότι ο συνολικός τζίρος τους, το 2018 σε σχέση με το 2017, σημείωσε άνοδο 13%, ωστόσο υπογραμμίζεται ότι αυτό δεν σημαίνει και ανάλογη αύξηση κερδοφορίας τους, απόρροια των υψηλών φορολογικών επιβαρύνσεών τους.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΑσφάλεια για τις γειτονιές της Αθήνας
Επόμενο άρθροΞεκίνησε η υποβολή αιτήσεων για κάλυψη 60 θέσεων στην ΤτΕ