Μια νέα μελέτη διαπιστώνει ότι η βιταμίνη D μπορεί να προστατεύει τα ασθματικά παχύσαρκα παιδιά που ζουν σε αστικά περιβάλλοντα με υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση. Η μελέτη από τη Σχολή Ιατρικής του Πανεπιστημίου John Hopkins, που χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Επιστημών Υγείας (NIEHS), μέρος των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, δημοσιεύθηκε στο The Journal of Allergy and Clinical Immunology: In Practice.

 

Όπως ανέφερε η Kimberly Gray, Ph.D., από το Κέντρο Ερευνών «Children’s Environmental Health Research Centers» η ερευνητική ομάδα έχει εντοπίσει πολλούς παράγοντες που κάνουν τα παιδιά ευάλωτα σε προβλήματα υγείας από την ατμοσφαιρική ρύπανση σε όλη την κεντρική πόλη της Βαλτιμόρης.

 

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, 1 στα 12 παιδιά στις Η.Π.Α. έχει άσθμα, το οποίο ανέρχεται συνολικά σε 6,1 εκατομμύρια παιδιά σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, όπως αναφέρει, το άσθμα επηρεάζει δυσανάλογα τους πληθυσμούς των αστικών μειονοτήτων, όπως τα μαύρα παιδιά. Η υψηλότερη ατμοσφαιρική ρύπανση από πηγές όπως καπνός τσιγάρων, μαγείρεμα, καύση κεριών και θυμίαμα συνδέεται με μεγαλύτερα αναπνευστικά προβλήματα, δηλαδή με επιδείνωση των συμπτωμάτων του άσθματος και περισσότερες επισκέψεις στο νοσοκομείο.

 

Το άσθμα είναι μια ασθένεια που προκαλείται από ανοσοποιητικό σύστημα, επισημαίνει ο Sonali Bose, MD, κύριος συγγραφέας της μελέτης και βοηθός καθηγητή Πνευμονολογίας, Εντατικής Φροντίδας και Ιατρικής για τον Ύπνο στην ιατρική σχολή Icahn στο όρος Sinai και στη Βοηθητική Σχολή στο Johns Χόπκινς. Από προηγούμενες επιστημονικές μελέτες, οι επιστήμονες όπως λέει, γνώριζαν ότι η βιταμίνη D μπορεί να επηρεάσει το άσθμα με τις αντιοξειδωτικές τα ιδιότητες.

 

Όπως είπε, την εποχή που σχεδιάστηκε η μελέτη, οι ερευνητές είχαν επισημάνει ότι οι πολίτες στις ΗΠΑ είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D με τους Αφροαμερικανούς να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανεπάρκειας βιταμίνης D, ιδιαίτερα τα παιδιά τους. Παρατήρησαν επίσης, ότι υπήρχε αύξηση άσθματος σε παιδιά της μειονότητας των πόλεων και ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D και το άσθμα συμπίπτουν και αλληλεπιδρούν με κάποιο τρόπο.

 

Η μελέτη αυτή, εξέτασε τρεις παράγοντες
–    επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε σπίτια,
–    επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα και
–    συμπτώματα άσθματος

 

Συμπεριέλαβε 120 παιδιά σχολικής ηλικίας με προϋπάρχον άσθμα στην περιοχή της Βαλτιμόρης. Το 1/3 των συμμετεχόντων στη μελέτη ήταν επίσης παχύσαρκοι.

 

Τα παιδιά αξιολογήθηκαν στην αρχή της μελέτης και τρεις φορές στους επόμενους εννέα μήνες.

 

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η ύπαρξη χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D στο αίμα σχετίζεται με τις επιβλαβείς αναπνευστικές επιδράσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο εσωτερικό των παχύσαρκων παιδιών με άσθμα. Αντίθετα, σε σπίτια που είχαν την υψηλότερη ατμοσφαιρική ρύπανση, υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα συνδέονταν με λιγότερα συμπτώματα άσθματος σε παχύσαρκα παιδιά.

 

Αυτό που τους εξέπληξε περισσότερο ήταν ότι τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι τα αποτελέσματα ήταν πιο έντονα μεταξύ των παχύσαρκων παιδιών, γεγονός που δείχνει έναν τρίτο παράγοντα που παίζει ρόλο και δεν είναι άλλος από την επιδημία της παχυσαρκίας.

 

Η μελέτη βοήθησε να φέρουν όπως λέει ο καθηγητής, στο φως αυτόν τον κίνδυνο, όταν εξέτασαν την ατομική ευαισθησία στο άσθμα.

 

Η ερευνητική ομάδα τώρα θα ρίξει βαρύτητα σε μία ακόμα μελέτη, στην οποία όπως λένε θα εστιάσουν στο να εντοπίσουν τρόπους αύξησης των επιπέδων βιταμίνης D στο αίμα σε αυτά τα παιδιά, βοηθώντας τα να είναι πιο ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές προσβολές.

 

Ένας τρόπος για να αυξηθούν τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι να αυξηθεί η έκθεση στον ήλιο, αλλά αυτό δεν είναι πάντα εφικτό σε αστικά περιβάλλοντα ή σε άτομα με πιο σκούρα δερματική χρώση. Ένας άλλος τρόπος είναι μέσω διατροφικών συμπληρωμάτων ή κατανάλωσης περισσότερων τροφών που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη D, όπως λιπαρά ψάρια, μανιτάρια ή τρόφιμα εμπλουτισμένα με βιταμίνη D, όπως ψωμί, χυμό πορτοκαλιού ή γάλα.

 

Η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, διευθύντρια του Πνευμονολογικού Τμήματος και Εντατικής Θεραπείας του Johns Hopkins, Nadia Hansel, MD, τόνισε ότι ένα άλλο σημαντικό σημείο αναφοράς είναι ότι τα αρνητικά αποτελέσματα αφορούν περισσότερο τα σπίτια χαμηλού εισοδήματος. Για αυτό είναι απαραίτητη μια πολύπλευρη προσέγγιση για να επιτευχθεί βελτίωση του βάρους του άσθματος στην κοινότητα αυτή.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθρο«Ρίχνει» την τιμή-στόχο της Τιτάν η Euroxx
Επόμενο άρθροΔιεγράφησαν δύο στελέχη της ΝΔ