Η προσωρινή κράτηση είναι περιοριστικό μέτρο που επιβάλλεται σε έναν κατηγορούμενο για έγκλημα που του αποδίδεται κατά τη διάρκεια της ποινικής προδικασίας, πριν από τη διεξαγωγή της δίκης και την έκδοση δικαστικής απόφασης για την υπόθεση. Ωστόσο, πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, και μάλιστα σε υποθέσεις με έντονο κοινωνικό αποτύπωμα, η Δικαιοσύνη δεν προλαβαίνει να κρίνει και να δικάσει τον προφυλακισμένο κατηγορούμενο μέσα στο χρονικό όριο των 18 μηνών, το οποίο είναι το ανώτερο διάστημα μέσα στο οποίο θα πρέπει να έχει αποφανθεί για την ενοχή ή την αθωότητά του.

Η συνέχεια, με βάση τον νόμο και τις δικονομικές διατάξεις, είναι μονόδρομος: ο κατηγορούμενος, ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της εγκληματικής πράξης για την οποία οδηγήθηκε στη φυλακή, θα πρέπει να αποφυλακιστεί, συνήθως με περιοριστικούς όρους τέτοιους που να διασφαλίζουν την παρουσία του στα επόμενα στάδια της δικαστικής κρίσης.

Η εικόνα αυτή, την οποία έχουμε δει να επαναλαμβάνεται σε υποθέσεις που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, προκαλεί – κατά κανόνα – έντονες αντιδράσεις και επικρίσεις για το δικαστικό σύστημα και την Πολιτεία, πρωτίστως από την πλευρά των θυμάτων και των συγγενών τους, αλλά και εν γένει από την κοινωνία, η οποία αντί για την αναμενόμενη τιμωρία βλέπει τον κατηγορούμενο, έστω και προσωρινά, να είναι και πάλι ελεύθερος εν αναμονή τη κρίσης του από τη Δικαιοσύνη, που εν τέλει έρχεται σε μεταγενέστερο στάδιο.

Γι’ αυτό και ένα από τα μεγάλα στοιχήματα στο πεδίο της ποινικής Δικαιοσύνης παραμένει η εκδίκαση των υποθέσεων σε εύλογο χρονικό διάστημα, πριν από την παρέλευση του 18μήνου, που οδηγεί εκτός φυλακής τους κατηγορουμένους ακόμα και για σοβαρά κακουργήματα. Το «καμπανάκι» για την επικείμενη αποφυλάκιση του βασικού κατηγορουμένου στη δίκη του αποκαλούμενου ψευτογιατρού, που έχει ξεκινήσει στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, έχει ήδη… χτυπήσει.

Η εκδίκαση της υπόθεσης, που σήμερα είναι προγραμματισμένο να αρχίσει επί της ουσίας της, αναμένεται, λόγω του μεγάλου αριθμού κατηγορουμένων και μαρτύρων, να διαρκέσει επί μακρόν και όπως όλα δείχνουν η απόφασή του δεν θα έχει προλάβει να εκδοθεί πριν από τις 16 Δεκεμβρίου 2021, οπότε και συμπληρώνεται το ανώτατο όριο προσωρινής κράτησης για τον φερόμενο ως πρωταγωνιστή της υπόθεσης.

Τρεις αποφυλακίσεις

Στο παρελθόν η απόφαση για αποφυλάκιση και του Γιώργου Ρουπακιά, του καθ’ ομολογίαν του δολοφόνου του Παύλου Φύσσα, ο οποίος αποφυλακίστηκε λόγω παρελεύσεως του ανώτατου χρόνου της προσωρινής του κράτησης, είχε προκαλέσει εντονότατες αντιδράσεις.

Το ίδιο είχε συμβεί και πριν από μερικά χρόνια όταν ο ειδικός φρουρός Επαμεινώνδας Κορκονέας είχε αποφυλακιστεί με όρους κατά τη διάρκεια της δίκης ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αμφισσας για τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008 στα Εξάρχεια.

Λόγω παρελεύσεως του 18μήνου, στο παρελθόν είχε αφεθεί ελεύθερος, επίσης με περιοριστικούς όρους, και ο καταδικασμένος για τρομοκρατία Νίκος Μαζιώτης.

Η αδυναμία όμως του δικαστικού συστήματος να οργανώσει εγκαίρως τις σχετικές διαδικασίες, αλλά και της Πολιτείας να παρέχει τις ανάλογες υποδομές, ώστε οι ανακρίσεις να ολοκληρώνονται ταχύτατα και οι δίκες που αφορούν σοβαρές ή πολυπρόσωπες υποθέσεις να διεξάγονται μέσα εύλογο χρονικό διάστημα, έχει οδηγήσει εκτός φυλακής, έστω και προσωρινά,  πολλούς κατηγορουμένους.

«Ο προσωρινά κρατούμενος είναι… βαρίδι για τον ανακριτή» παραδέχεται δικαστικός λειτουργός, εξηγώντας πως σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζονται ταχύτατοι ρυθμοί για να ολοκληρωθεί η έρευνα πριν από το ορόσημο του νόμου, που όμως υποσκάπτονται, πολλές φορές, είτε από τη βραδύτητα των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους είτε από καταχρηστικές πρακτικές ελάχιστων δικηγόρων.

Το «βραχιολάκι»

Στα οικονομικά εγκλήματα, όπως είναι το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, το μεγάλο στοίχημα των ανακριτών είναι να προλάβουν να ολοκληρώσουν το έργο τους μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα, αφού «κονταροχτυπηθούν» με το δαιδαλώδες τραπεζικό σύστημα, ακόμα και διαφορετικών χωρών, και την απροθυμία παροχής πληροφοριών. Και αυτό επειδή απαιτείται άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών, ικανοποίηση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο, οι Αρχές των οποίων δεν είναι πάντοτε πρόθυμες να συνδράμουν το έργο τους, αλλά και διασταύρωση δεδομένων που αφορούν ενδεχομένως μεγάλα ποσά.

Τα τελευταία χρόνια έχει εισαχθεί στο δικονομικό οπλοστάσιο των Αρχών η δυνατότητα του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, το γνωστό σε όλους «βραχιολάκι». Με αυτόν τον τρόπο, δίνεται η δυνατότητα στις δικαστικές αρχές στις περιπτώσεις αποφυλάκισης κατηγορουμένου, λόγω συμπληρώσεως του 18μήνου, να αντικαθιστούν την προσωρινή κράτηση στις φυλακές με τον περιορισμό του κατηγορουμένου εντός της οικίας του, με δαπάνες του ιδίου, ώστε να εξασφαλιστεί ότι αυτός θα παραμείνει στη διάθεση των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών μέχρι την ολοκλήρωση της δίκης του.

Θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί ότι στον χώρο της Δικαιοσύνης επικρατεί έντονος προβληματισμός για τέτοιου είδους φαινόμενα, αφού αυτά κρίνονται ικανά να αμαυρώσουν στα μάτια του μέσου πολίτη το δικαιοδοτικό έργο που γίνεται κατά τη διερεύνηση σοβαρών εγκλημάτων. Ως «αντίδοτο» σε αυτό προτείνεται η καθιέρωση της δυνατότητας για απευθείας παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, ακόμα και για ανθρωποκτονίες, όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι και με τις αναγκαίες δικονομικές εγγυήσεις, ώστε να εξοικονομηθεί κρίσιμος χρόνος.

Τα αγκάθια του ελληνικού κράτους δικαίου

Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις στη συνολική αποδοτικότητά του. Αυτό ήταν ένα από τα συμπεράσματα της πρόσφατης (2020) έκθεσης της Κομισιόν για το κράτος δικαίου στη χώρα μας. Σύμφωνα με αυτήν, παρότι, στο πλαίσιο της πανδημίας και των αλλαγών που αυτή επέφερε σε μια σειρά από τομείς, η Ελλάδα κατέβαλε προσπάθειες – στις οποίες μετείχε και το υπουργείο Δικαιοσύνης – για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης, οι καθυστερήσεις δεν σταμάτησαν να αποτελούν «αγκάθι». Ειδικότερα, ο χρόνος που απαιτούνταν για την εκδίκαση των αστικών και των εμπορικών υποθέσεων αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας σε πρώτο βαθμό αυξήθηκε σε 559 ημέρες το 2018 σε σύγκριση με 479 το 2017.

«Επιπλέον, η παραγωγικότητα των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων μειώνεται όσον αφορά το ποσοστό διεκπεραίωσης των αστικών και εμπορικών υποθέσεων αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (86,3 % το 2018 σε σύγκριση με 96,0 % το 2017), γεγονός που σημαίνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σαφή κίνδυνο δημιουργίας νέων συσσωρευμένων υποθέσεων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη προσδιόρισαν μια σειρά από διαδικαστικές προκλήσεις, στην αντιμετώπιση των οποίων αποσκοπούσε ο μεταρρυθμισμένος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, αλλά οι οποίες εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα, οι προκλήσεις αυτές αφορούν τη διάρκεια των αστικών και εμπορικών υποθέσεων αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας ή των διαδικασιών εκτέλεσης. […] Τα ενδιαφερόμενα μέρη ανέφεραν ότι η ποινική Δικαιοσύνη αντιμετωπίζει επίσης παρόμοια προβλήματα και εκτεταμένες καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των υποθέσεων», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην έκθεση.

Αντιθέτως, κατά την Κομισιόν, «ο κλάδος των διοικητικών δικαστηρίων εξακολουθεί να βελτιώνει τις επιδόσεις του, διατηρώντας υψηλό ποσοστό επίλυσης (163,5% το 2018), μειώνοντας τον χρόνο που απαιτείται για την επίλυση των διοικητικών διαφορών σε πρώτο βαθμό και περιορίζοντας τις υφιστάμενες συσσωρευμένες υποθέσεις με την επίλυση υψηλότερου αριθμού υποθέσεων σε σχέση με τον αριθμό των εισερχόμενων υποθέσεων».

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροΑττική – 75 εκατοστά μέσα σε 10 λεπτά ανέβηκε η στάθμη του νερού στο ρέμα της Πικροδάφνης
Επόμενο άρθροΗ ηλεκτροκίνηση θα σκοτώσει τη μοτοσικλέτα;