Τι συμβαίνει τελικά με τις εφαρμογές στο «App Store»

 

Την πόρτα σε αγωγές καταναλωτών άνοιξε η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών που έκανε δεκτή για εκδίκαση προσφυγή, με την κατηγορία ότι η Apple χρησιμοποιεί τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά για να αυξάνει τεχνητά τις τιμές των εφαρμογών στο «App Store».

 

Αφού άκουσαν τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών, οι δικαστές εξέφρασαν αμφιβολίες για το αν στέκει το επιχείρημα της κολοσσιαίας τεχνολογικής εταιρείας ότι ο καταναλωτές δεν μπορούν να ζητήσουν αποζημιώσεις για τις υψηλές χρεώσεις των εφαρμογών.

 

Ταυτόχρονα, βέβαια, η απόφαση εντείνει τις πιέσεις προς την Apple να μειώσει την προμήθεια του 30% που λαμβάνει από τους developers των εφαρμογών. Οι δικηγόροι, μάλιστα, δήλωσαν ότι θα κάνουν αγωγές εκατομμυρίων δολαρίων.

 

Η Apple υποστηρίζει ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να κάνουν αγωγές καθώς το θέμα αφορά την Apple και τους συνεργαζόμενους developers των εφαρμογών, ωστόσο οι δικαστές έκαναν δεκτό το επιχείρημα των Ενώσεων καταναλωτών ότι οι πελάτες της εταιρείες δεν έχουν να κάνουν με τους developers, αλλά με την επιχείρηση απ’ ευθείας όταν μπαίνουν στο App Store και κατεβάζουν κάποια εφαρμογή, δεδομένου ότι η χρέωση γίνεται από την Apple και τα χρήματα πηγαίνουν σε αυτή.

 

«Ο καταναλωτής είναι αυτός που πληρώνει το 30%», είπε η δικαστής, Sonia Sotomayor μην κάνοντας δεκτό το επιχείρημα του δικηγόρου της Apple ότι η προμήθεια του 30% «αφορά σε ένα ιδιωτικό συμβόλαιο μεταξύ της Apple και των developers» και άρα οι μόνοι που θα μπορούσαν να κάνουν αγωγές είναι οι ίδιοι οι developers και όχι οι καταναλωτές.

 

Μεταξύ των δικαστών που ψήφισαν κατά της Apple ήταν και η εμβληματική Δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, Ruth Bader Ginsburg, η οποία επέστρεψε στην έδρα, παρότι ήταν σε άδεια ασθένειας, γιατί έσπασε τρία πλευρά πριν από μερικές ημέρες.

 

Ένα ακόμη επιχείρημα της Apple ήταν ότι η απόφαση να συνεχιστεί η αγωγή και να μην απορριφθεί θα πλήξει σημαντικά της αγορά των εφαρμογών που θα αναπτυχθεί από τα 82 δισ. δολάρια πέρυσι στα 157 δισ. δολάρια το 2022 και αφορά πολλές τεχνολογικές εταιρείες. Επίσης, επιχειρηματολόγησε λέγοντας ότι οι developers έβγαλαν πέρυσι πάνω από δισ. δολάρια μόνο από το App Store, το οποία διαθέτει πάνω από 2 εκατ. εφαρμογές στους καταναλωτές.

 

Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών ανοίγει την πόρτα σε αγωγές καταναλωτών, ενώ ενδέχεται να πλήξει και άλλες τεχνολογικές εταιρείες που προσφέρουν εφαρμογές, όπως την Alphabet που διαχειρίζεται την Google, την Amazon.com, την Facebook, την Etsy και την DoorDash.

 

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το πλήγμα που έχει δεχτεί το τελευταίο διάστημα η Apple και η μετοχή της, λόγω της έντονης φημολογίας για μείωση της παραγωγής των νέων iPhone, των οποίων οι πωλήσεις δεν είναι οι αναμενόμενες, εξ αιτίας της υψηλής τιμής τους.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΕθνική στρατηγική για να σταματήσει το brain drain
Επόμενο άρθροΗ S&P αναβάθμισε τη ΔΕΗ σε «CCC+»