Προ Χριστού ή καλύτερα προ στοιχηματισμού τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Παίκτες που πραγματικά έπαιζαν για την φανέλα, παράγοντες που αγαπούσαν την ομάδα τους στον χωμάτινο, και μερικές φορές γεμάτο λάσπη λόγω βροχής ,αγωνιστικό χώρο και μόνο, οπαδοί που καθόντουσαν παρέα τρώγοντας πασατέμπο, κάνοντας «καλαμπούρι» και πίνοντας καφέ, κατάμεστα γήπεδα και καταστάσεις που θύμιζαν… Αγγλία! Αξέχαστη θα μείνει η δήλωση του Νίκου Αναστόπουλου που είχε πει: «Μου πετούσαν πορτοκαλάδες για να μου ρίξουν το ηθικό και γω τις έπινα». Το μόνο που έβλεπες μετά το σφύριγμα της λήξης ήταν χαρούμενα πρόσωπα να φεύγουν παρείτσα από το γήπεδο και ο ιδρώτας, το αίμα και μερικά κομμάτια μπλούζας ή πάνινων τότε παπουτσιών, να μένουν στο… χώμα ως αποτύπωμα της «καλτ» εκείνης εποχής.

Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όμως κατά πολύ από εποχές 90′ και… μετά. Ο τζόγος άρχισε να παίρνει διαστάσεις πανδημίας και τα λεγόμενα «ΠΡΟ-ΠΟ», τότε, έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις ζωές των ανθρώπων, ως ένας δίαυλος εύκολης απολαβής χρημάτων. Και όταν υπάρχει ζήτηση στο λεγόμενο «ποντάρισμα» χρημάτων, τότε θα υπάρχει και… εξέλιξη του τομέα αυτού!

Σιγά σιγά τα είδη στοιχηματισμού άρχισαν να ποικίλουν. Διαδικτυακά, σε αθλήματα είτε ομαδικά είτε ατομικά, αλλά και σε άλλα είδη όπως αυτοκινητιστικού είδους ή ακόμη και σε αγωνιζόμενα ζώα όπως κυνοδρομίες, με την ράτσα των σκύλων Greyhound να είναι ιδιαίτερα γνωστή από το άθλημα αυτό, αν λέγεται έτσι δηλαδή η καταπόνηση ενός ζώου με απώτερο σκοπό τα χρήματα.

Όσο περνούσαν και περνούσαν τα χρόνια, το χώμα σιγά σιγά αντικαταστάθηκε από την οσμή του γκαζόν, ακόμη και πλαστικού ανάλογα με τις περιστάσεις, οι απλές μονόχρωμες φανέλες με μοναδικό αποτύπωμα τον αριθμό του ποδοσφαιριστή έδωσαν την θέση τους σε φανέλες γεμάτες από πάνω μέχρι κάτω με αναγραφόμενες χορηγίες και ακριβοπληρωμένες εταιρείες ένδυσης, τα πολύ φθηνά εισιτήρια αντικαταστάθηκαν από τιμές υψηλού ραφιού, και φυσικά οι ομάδες έγιναν «ΠΑΕ», εταιρείες δηλαδή με υπαλλήλους, με συμβόλαια και ρήτρες ποδοσφαιριστών λες και διακυβεύεται το τέλος του κόσμου. Η «μετά χωμάτινη εποχή» είχε μπει για τα καλά στις ζωές μας.

Το λεγόμενο «παίζω για την φανέλα» μόνο σε σοκάκια και γειτονιές παιδιών περί τα 15-16 χρόνια θα το ακούσει κανείς τώρα, βλέποντας μία μικρογραφία του τι γινόταν κάποτε. Δηλαδή; Αυτό το αίσθημα του να παίζει κάθε ομάδα για να κερδίσει και μόνο, χωρίς χρηματικά έπαθλα και συμβόλαια, χρέη, καταστροφές και εταιρείες να παραμονεύουν από πίσω. Όπου «μπλέκει το χρήμα, εμφανίζεται και η καταστροφή» όπως έχω ξαναπεί σε άλλο άρθρο. Χρέη και μεγάλες ομάδες που αυτοκαταστρέφονται ελέω οφειλών. «Ριψάσπιδες» πρόεδροι που αφήνουν την ομάδα στα κρύα του λουτρού, εγκαταλείποντας το διοικητικό τους πόστο ως μαγαζί γωνία, διότι πως να εξοφλήσεις ένα τόσο μεγάλο συμβόλαιο, με «μανατζεριλίκι» ξένων ποδοσφαιριστών, πως να κρατήσεις ζωντανή μία τόσο «ακριβή» εταιρεία, πόσο να αντέξει αυτό το πήγαινε-έλα των παικτών και των αποζημιώσεων; Λες και δεν υπάρχουν Ελληνόπουλα πιο ταλαντούχα από κάποιον που έρχεται από το εξωτερικό. Κουβέντες περί ανέμων και υδάτων, αλλά ας υπάρχει γραμμένο εδώ.

Ίσως με πείτε οπισθοδρομικό, ίσως ότι οι εποχές άλλαξαν και ότι πρέπει να το «χωνέψω». Δεν είμαι του «εμπρός για πίσω», γιατί θεωρώ ότι πρέπει να εναρμονιζόμαστε και να συμβιβαζόμαστε με το… σήμερα! Αλλά πιστέψτε με θα έδινα πολλά για να γυρίσω έστω και μία στιγμή να δω από κοντά ένα τέτοιο παιχνίδι, επί εποχής… ανεμελιάς.

Του Χρυσόστομου Βητσόπουλου

Προηγούμενο άρθροΔύο νέα κρούσματα κορονοϊού στο ΚΥΤ Λέρου
Επόμενο άρθροΟ “Ιανός” κλείνει τα σχολεία στην Ηλεία την Παρασκευή