Σε αναλυτική περιγραφή του τραπεζικού συστήματος προχώρησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 21 Νοεμβρίου στο κείμενο της ενισχυμένης εποπτείας, όπου αναφέρεται διεξοδικά όλη η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας των μακοροικονομικών εξελίξεων, των δημοσιονομικών, της κοιινωνικής πολιτικής, του οικονομικού τομέα ( τράπεζες ), τις εργασιακές σχέσεις, το ΤΑΙΠΕΔ, το Δημόσιο, την κρατική χρηματοδότηση απο τις αγορές και την δυνατότητα αποπληρωμής. Η Dealnews παρουσιάζει όλο το κείμενο για την κατάσταση στις τράπεζες.

 

H Κομισιόν υπογραμμίζει ότι ο Δείκτης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να είναι στο 20% στα τέλη του 2021, ενω κάνει αναφορά στις συνθήκες ρευστότητας των ελληνικών κεφαλαίων καθώς και στις αποπληρωμές του ΕLA. Ένα απο τα αρνητικά στοιχεία της έκθεσης στο είναι οι καθυστερήσεις απο το Γενικό Λογιστήριο του κράτους σε απαιτήσεις των τραπεζών για δάνεια τα οποία έχουν κρατικές εγγυήσεις.

 

Αναλυτικά το κείμενο έχει ως εξής:

 

Τα τελευταία χρόνια, οι δράσεις μιας ευρείας πολιτικής αποσκοπούν στη διασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας και την ενίσχυση της βιωσιμότητας του του τραπεζικού σύστηματος. Τα μέτρα που αφορούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα επικεντρώθηκαν ειδικότερα στα εξής:

 

i) σταδιακή εξομάλυνση της ρευστότητας και των πληρωμών τις συνθήκες και την ενίσχυση του κεφαλαίου,

 

ii) αντιμετωπίζοντας το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) στους ισολογισμούς των τραπεζών και

 

iii) βελτίωση της διακυβέρνησης τόσο των τραπεζών όσο και των τραπεζών του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (HFSF).

 

Στο τέλος του προγράμματος του ESM στις 20 Αυγούστου 2018, έχει σημειωθεί πρόοδος σε αυτά τα οικονομικά τομέων πολιτικής. Ωστόσο, παρά την πρόοδο απαιτούνται ακόμη έντονες προσπάθειες για την ομαλότητα. ·Διαβάστε εδώ ολόκληρη την έκθεση

 

Το χάσμα με άλλα κράτη μέλη έχει αυξηθεί όσον αφορά την ποιότητα του ενεργητικού (αναλογία NPE), το κεφάλαιο (πλήρες) Common Equity βαθμίδας 1, CET1,) και ποιότητα του κεφαλαίου. Η κερδοφορία είναι ακόμα αρνητική και ενώ η βοήθεια έκτακτης ρευστότητας (ELA) και η χρηματοδότηση του Ευρωσυστήματος μειώθηκε σημαντικά, τα ρυθμιστικά κενά ρευστότητας παραμένουν στη θέση τους (π.χ. δείκτης κάλυψης ρευστότητας, LCR).

 

Οι τράπεζες έχουν κατά μέσο όρο κεφαλαιακά αποθέματα και οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα είναι σταθερές.

 

Ο μέσος όρος της κεφαλαιακής επάρκειας ( CET1) ήταν ελαφρά κάτω από το 16% κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους 2018, γεγονός που συμβαδίζει με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (βλ Πίνακας 5.1). Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα παρέμειναν σταθερές από το τέλος του προγράμματος ΕΜΣ στο Αύγουστος 2018 (βλ. Διάγραμμα 5.1). 

 

Η στήριξη των τραπεζών στη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα μειώθηκε. Οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν σημαντικά την στήριξη της χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα και δύο από τις συστημικές τράπεζες έχουν αποπληρώσει τον ELA εξ ολοκλήρου και οι άλλες δύο αναμένεται να ακολουθήσουν μέχρι το τέλος του 2018 ή το πρώτο τρίμηνο του 2019.

 

Ο ELA στο ανώτατο όριο μειώθηκε από 90,4 δισ. ευρώ του Αυγούστου 2015 σε 4,9 δισ. Ευρώ στις αρχές Νοεμβρίου 2018. Η βελτιωμένη κατάσταση ρευστότητας στην ελληνική αγορά τράπεζες και η αυξημένη εμπιστοσύνη των καταθετών έδωσε περιθώρια για περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων από την 1η Οκτωβρίου 2018 προκειμένου να εξομαλυνθεί η λειτουργία της οικονομίας, η οποία επέτρεψε απεριόριστες αναλήψεις μετρητών από πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα και περαιτέρω μετρίασε τις δυσμενείς επιπτώσεις για τις ελληνικές επιχειρήσεις (βλ. Πλαίσιο 5.1).

 

H εξάλειψη των τραπεζικών ανοιγμάτων NPE παραμένει μια σημαντική πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα. Το κύριο έργο του καθαρισμού των ισολογισμών τους μένει να αντιμετωπιστεί και απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες στο πλαίσιο της αμέσως μετά το πρόγραμμα. Από τον Ιούνιο 2018, οι τράπεζες μειώνουν το απόθεμα NPE ( πίνακας 7) σε ευθεία γραμμή με τους εποπτικούς στόχους, οι οποίοι, ωστόσο, θα γίνουν πιο φιλόδοξοι στα επόμενα τρίμηνα, ενώ δεν υπάρχει απλή λύση να επιταχυνθεί ο ρυθμός μείωσης.

 

Κάτω από τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί, ο λόγος NPE θα είναι 35% στα τέλη του 2019 και ενδεικτικά οι τράπεζες αναμένουν να μειώσουν την αναλογία σε περίπου 20% μέχρι το τέλος του 2021. Αυτές οι προσπάθειες υποστηρίζονται από αρκετές σημαντικές μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με το εξωδικαστικό μηχανισμό προληπτικής εξυπηρέτησης χρέους, το το πλαίσιο αφερεγγυότητας για τα νοικοκυριά και τις εταιρείες, την εκτελεσιμότητα των ενέχυρων μέσω ηλεκτρονικών ηλεκτρονικών δημοπρασιών, καθώς και την ενεργοποίηση μιας δευτερογενούς αγοράς για μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.

 

Τέλος, η διακυβέρνηση των τραπεζών έχει βελτιωθεί, ιδίως μέσω της ανασύσταση των τραπεζικών συμβουλίων, σύμφωνα με τις αυστηρές διατάξεις του νόμου HFSF.

 

Για το μέλλον, η ρευστότητα και το κεφάλαιο των τραπεζών να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και των οικονομικών τους συνέχιση, η οποία ως εκ τούτου έχει ουσιαστική σημασία. Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο της προγράμματα οικονομικής βοήθειας, τα οικονομικά στην Ελλάδα εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλά επίπεδα τα επίπεδα των τραπεζικών ανοιγμάτων ΝΡΕ, το υψηλό δημόσιο χρέος, κεφαλαιακούς ελέγχους και εξακολουθούν να ισχύουν και οι ισχυροί δεσμοί μεταξύ του δημοσίου και των τραπεζών.

 

Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTA) που αναγνωρίζονται από τις τράπεζες στους ισολογισμούς τους που υπερβαίνουν ορισμένα όρια πρέπει να αφαιρεθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) Αριθ. 575/2013 (9 ) δεδομένου ότι βασίζονται στο μέλλον κερδοφορία και προκύπτουν από προσωρινές διαφορές.

 

Ωστόσο, το άρθρο 27Α του ελληνικού νόμου 4172/2013 (γνωστός επίσης ως νόμος περί DTC) επιτρέπει στις τράπεζες μετατροπή συγκεκριμένων DTA, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε άμεσα εκτελεστές αξιώσεις έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Τα τελευταία είναι γνωστά ως αναβαλλόμενες φορολογικές ελαφρύνσεις (DTC) και οι τράπεζες δεν χρειάζεται να τις αφαιρέσουν από το ρυθμιστικό τους κεφάλαιο (10) Σύμφωνα με τα τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα, το ποσό των επιλέξιμων DTA για να μετατραπούν σε DTC από τα τέσσερις συστημικές τράπεζες ο ανέρχονται σε 15,9 δισ. ευρώ Ιουνίου 2018, που ισοδυναμεί με το 59% περίπου τα ίδια κεφάλαιά τους της Κατηγορίας 1.

 

Περαιτέρω προσπάθειες για την αντιμετώπιση των σχετικών προκλήσεων στα NPE’S και στον σύνδεσμο των κρατικών τραπεζών εξυπηρετούν τις μεταρρυθμίσεις και – να στηρίξουν την αξιοπιστία μεσοπρόθεσμα και – για να καθησυχάσει τις αγορές και τους ενδιαφερόμενους ότι οι χρηστές οικονομικές πρακτικές θα διατηρηθούν.

 

Η αξιοπιστία παραμένει καθοριστική μετά το τέλος του προγράμματος του ESM για την πλήρη αποκατάσταση της πρόσβασης στην αγορά – τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τις τράπεζες – και- να παράσχει διαβεβαιώσεις για ένα σταθερό χρηματοπιστωτικό τομέα το 2004 Ελλάδα. Γιατί οι τράπεζες πρέπει επίσης να χτίζουν ελάχιστα απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL).

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΚΙΝΑΛ: Φτωχοποιούν συνειδητά τους Έλληνες
Επόμενο άρθροΈπαινοι Κομισιόν για το σταθμό φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα