Πρώτη καταχώρηση: Παρασκευή, 3 Απριλίου 2020, 11:39

Βγήκε θεραπευμένη από την καραντίνα και τώρα ανυπομονεί να διαθέσει τα πολύτιμα αντισώματά της στους ερευνητές για να βοηθήσει στην ανακάλυψη θεραπείας για την πανδημία.

Στις 13 Μαρτίου, η 45χρονη Νεοϋορκέζα Νταϊάνα Μπέρεντ ξύπνησε με πυρετό 38,9° και βάρος στο στήθος. Ήταν ένας από τους πρώτους κατοίκους του Λονγκ Άιλαντ που διαγνώσθηκαν θετικοί στον κορωνοϊό.

Αυτήν την εβδομάδα έγινε η πρώτη θεραπευμένη του ιού στην πολιτεία της που περνά το τεστ που θα δείξει αν το αίμα της περιέχει επαρκή αντισώματα ώστε να συμβάλει στις έρευνες για την δοκιμή θεραπείας για την ασθένεια που έχει σκοτώσει τουλάχιστον 53.000 ανθρώπους στον κόσμο.

Το πλάσμα των ιαθέντων, το συστατικό του αίματος όπου συγκεντρώνονται τα αντισώματα μετά από ασθένεια, έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό σε έρευνες μικρής κλίμακας κατά άλλων λοιμωδών νόσων όπως ο Εμπολα και ο Sars.

Η αμερικανική υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων έχει δώσει το πράσινο φως για την δοκιμή τέτοιων θεραπειών για την Covid-19, που έχει ήδη προσβάλει 245.000 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι δοκιμές που βρίσκονται σε εξέλιξη ωστόσο δεν έχουν ως στόχο να καταλήξουν σε μία θαυματουργή λύση, προειδοποιεί ο Bruce Sachias, ιατρικός υπεύθυνος του Κέντρου Αιμοληψίας της Νέας Υόρκης, που είναι επιφορτισμένο με την λήψη, δοκιμή και διανομή των δωρεών πλάσματος στην πόλη.

«Πρέπει να έχουμε στον νου μας ότι βρισκόμαστε ακόμη σε άγνωστο έδαφος», λέει.

Οι Eldad Hod και Steven Spitalnik, ειδικοί στην μετάγγιση αίματος στον νοσοκομείο Irving του Πανεπιστημίου Columbia, τονίζουν επίσης το μέγεθος της αβεβαιότητας.

Πιστεύουν ότι «σε διάστημα 7 έως 14 ημερών μετά την έναρξη της μόλυνσης, οι άνθρωποι αναπτύσσουν ανοσοαντίδραση και καταλήγουν να αναπτύξουν μεγάλες ποσότητες αντισωμάτων. Αλλά δεν είναι γνωστό πότε σημειώνεται η κορύφωση της παραγωγής αντισωμάτων», εξηγεί ο δρ. Spitalnik.

Ορισμένα δεδομένα δείχνουν ότι η κορύφωση έρχεται περίπου 28 ημέρες μετά την μόλυνση και ελπίζει ότι οι έρευνές τους θα δώσουν μία πιο ακριβή εικόνα.

«Κάθε δωρεά πλάσματος μπορεί εν δυνάμει να σώσει τρεις ή τέσσερις ζωές», λέει ο δρ. Hod.

Στόχος αυτήν την στιγμή είναι η συγκέντρωση αρκετής ποσότητας πλάσματος ώστε οι ερευνητές να έχουν την δυνατότητα να προχωρήσουν σε επίσημες έρευνες με ομάδες ασθενών – μαρτύρων που θα λάβουν πλάσμα.

Το πρώτο πλάσμα θα προορίζεται πάντως για ασθενείς που δεν έχουν περιληφθεί στην έρευνα, αλλά για τους οποίους οι άλλες θεραπείες έχουν αποτύχει, εξηγεί ο Eldad Hod.

Οι ερευνητές θέλουν στην συνέχεια να δοκιμάσουν την μέθοδο σε υπό νοσηλεία ασθενείς και ως προληπτική αγωγή σε ευάλωτα περιβάλλοντα, όπως οι οίκοι ευγηρίας.

Υπό κανονικές συνθήκες, θα προχωρούσαν σε πολύ ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, μακροχρόνιες, αλλά με ασφαλέστερα αποτελέσματα. «Αλλά βρισκόμαστε σε κρίση», εξηγεί ο Steven Spitalnik.

Εξαιρετική ευκαιρία

Η ίδια η Νταϊάν Μπένετ ελπίζει ότι η διαδικασία θα σώσει ζωές.

«Μπορούμε να γίνουμε σούπερ ήρωες. Ζούμε σε πρωτόγνωρους καιρούς, όπου τα πάντα είναι άγνωστα, αλλά εμείς, οι επιζήσαντες, μπορούμε να βοηθήσουμε. Μπορούμε να γίνουμε οι άνθρωποι που τρέχουν προς την φωτιά με την στολή προστασίας που έχει κατασκευάσει ο οργανισμός μας».

Οι αναλύσεις θα δείξουν αν έχει αρκετά αντισώματα για να δωρίσει το πλάσμα της και αν δεν υπάρχει πια κανένα ίχνος του ιού στο αίμα της, που είναι και ο αναγκαίος όρος για να χρησιμοποιηθεί το πλάσμα της στις έρευνες.

Εχει δημιουργήσει στο Facebook ομάδα, το “Survivor Corps”, που περιλαμβάνει ήδη 17.000 μέλη, για να κινητοποιήσει τους επιζήσαντες της επιδημίας που είναι έτοιμοι να μοιρασθούν τα αντισώματά τους.

Εκατοντάδες ιαθέντες έχουν προσφέρει την βοήθειά τους στην Νέα Υόρκη, το επίκεντρο της επιδημίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Η επιστήμη θα νικήσει»

Εάν η διαδικασία αποδειχθεί αποτελεσματική, αντίστοιχοι μηχανισμοί λήψης πλάσματος θα δημιουργηθούν από τα κέντρα μετάγγισης αίματος, εξηγεί ο δρ. Sachias.

Νοσοκομείο του Χιούστον έχει ήδη δοκιμάσει την μετάγγιση πλάσματος από αποθεραπευμένο ασθενή σε ασθενή που βρίσκεται σε σοβαρή κατάσταση, αλλά είναι πολύ νωρίς για να γίνει γνωστό το αποτέλεσμα.

Καθώς αρχίζουν οι έρευνες για το πλάσμα, ο δρ. Hod λέει ότι αυτή η πανδημία έχει και τις θετικές της πλευρές, αφού ενίσχυσε την συνεργασία ανάμεσα σε ερευνητές από ολόκληρο τον κόσμο, οι οποίοι δεν είχαν ποτέ ανοικτά μοιρασθεί τα στοιχεία τους.

«Πολλοί στην επιστημονική κοινότητα προσπαθούν να βάλουν στην άκρη το εγώ τους…και να συνεργασθούν για το κοινό καλό. Πιστεύω ότι στο τέλος θα νικήσει η επιστήμη».

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροΨάχνω τον τρόπο πώς θα υιοθετήσω ένα παιδί
Επόμενο άρθροΕπιτροπή Αγώνα Πολιτών Βόλου: Ερωτήματα και καταγγελίες για επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης