Ενώ η Frontex βρίσκεται στο ευρωπαϊκό μικροσκόπιο για τις καταγγελίες που αφορούν επαναπροωθήσεις προσφύγων, ακόμα μια καταγγελία για βίαιο pushback στα ελληνικά σύνορα βλέπει το φως της δημοσιότητας.

Όπως αναφέρει σε καταγγελία της η Refugee Support Aegean (RSA), οι ελληνικές αρχές επαναπροώθησαν παράνομα ομάδα ατόμων και ανάμεσα τους Σύρο πρόσφυγα στην Τουρκία από την περιοχή του Έβρου, ενώ εκκρεμούσε διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

Στις 13 Οκτωβρίου 2021, η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) ενημερώθηκε ότι ο Μ.Α, Σύρος πολίτης, είχε χαθεί μαζί με ομάδα προσφύγων, στην οποία βρίσκονταν και τρία παιδιά, χωρίς φαγητό και νερό σε δάσος της περιοχής του Έβρου, όπου είχε εισέλθει προκειμένου να υποβάλει αίτηση ασύλου στην Ελλάδα. Ο ΜΑ ζήτησε από τον αδερφό του – καταγεγραμμένο αιτούντα άσυλο στην Ελλάδα, που εκπροσωπείται από την RSA στη διαδικασία – να βρει νομική συνδρομή και εξέφρασε τον φόβο του να επαναπροωθηθεί στην Τουρκία και κατόπιν στη Συρία. Κατά την πρόσφατη διαμονή του στην Τουρκία, ο ΜΑ απελάθηκε από τις τουρκικές αρχές στη χώρα του, αφότου εξαναγκάστηκε να υπογράψει έγγραφα, χωρίς να έχει ενημερωθεί για το περιεχόμενό τους.

Το ίδιο πρωί, η οργάνωση έστειλε email προς την Ελληνική Αστυνομία, το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) Φυλακίου και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ενημερώνοντας για την τοποθεσία του Μ.Α. στο ελληνικό έδαφος και την έκφραση της βούλησής του να ζητήσει διεθνή προστασία στην Ελλάδα. Στη γραπτή σχετική αίτηση αναφέρθηκε ρητά ότι ο αιτών «εκφράζει, δε, φόβο επιστροφής στην Τουρκία, όπου κινδυνεύει να αποσταλεί εκ νέου στη Συρία, όπως έχει γίνει στο παρελθόν στην περίπτωσή του». Δύο ώρες αργότερα και χωρίς να έχει δοθεί απάντηση στο αίτημα από τις ελληνικές αρχές, χάθηκε η επικοινωνία του ΜΑ με τον αδελφό του. Η RSA επανήλθε γραπτώς ενώπιον της Ελληνικής Αστυνομίας και ζήτησε πληροφορίες σχετικά με τη σύλληψη και τον τόπο κράτησης του αιτούντος.

Στη συνέχεια και ενώ δεν είχε δοθεί απάντηση από τις αρχές, η RSA κατέθεσε στο ΕΔΔΑ αίτημα ασφαλιστικών μέτρων δυνάμει του Κανόνα 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου, ώστε οι ελληνικές αρχές να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την τοποθεσία του αιτούντος, να του επιτρέψουν την επικοινωνία με τον δικηγόρο του και να απόσχουν από οποιοδήποτε μέτρο απομάκρυνσής του από το έδαφος μέχρι την καταγραφή και εξέταση της αίτησης ασύλου του. Την ίδια ημέρα, το Δικαστήριο ανέστειλε την έκδοση απόφασης επί των ασφαλιστικών και ζήτησε από την Ελληνική Κυβέρνηση να απαντήσει έως τις 15 Οκτωβρίου 2021 στις εξής ερωτήσεις:

«1. Ποια είναι η τωρινή τοποθεσία του αιτούντος; Ο αιτών έχει συλληφθεί από τις ελληνικές αρχές; Βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε κράτηση; Έχει σχεδιαστεί η απομάκρυνσή του από την Ελλάδα;

2. Αν ναι, ο αιτών έχει υποβάλει αίτηση ασύλου στην Ελλάδα; Αν όχι, θα είχε τη δυνατότητα να το κάνει; Ο αιτών είχε πρόσβαση σε νομική συνδρομή;»

«Δεν εντοπίστηκε ποτέ»

Ωστόσο, μέχρι το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου 2021, ο Μ.Α. και η υπόλοιπη ομάδα είχαν ήδη επιστραφεί παράνομα στην Τουρκία, με κατάφωρη παραβίαση της διαδικασίας που είχε εκκινήσει το ΕΔΔΑ. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Μ.Α. στον αδερφό του, κατά τη σύλληψή τους μετά το μεσημέρι, τα κινητά τηλέφωνά τους κατασχέθηκαν από ένστολους. Οι ένστολοι αγνόησαν τα ρητά αιτήματά τους για διεθνή προστασία, τους ξεγύμνωσαν εντελώς και τους κακομεταχειρίστηκαν, συμπεριλαμβανομένου του Μ.Α. Η ομάδα τέθηκε σε καθεστώς άτυπης κράτησης χωρίς καμία καταγραφή σε δύο χώρους κράτησης, όπου τους αφαιρέθηκαν τα ρούχα και τους δόθηκαν πίσω μόνο τα εσώρουχα. Στη συνέχεια, τους μετέφεραν στον ποταμό, τους επιβίβασαν αναγκαστικά σε βάρκα, την οποία οδηγούσαν δύο μασκοφόροι, και τους άφησαν αβοήθητους μέσα στον Έβρο κοντά σε ένα τμήμα στεριάς εντός του ποταμού. Οι άνθρωποι κατάφεραν να αποφύγουν τη σύλληψη από τις τουρκικές αρχές και παραμένουν κρυμμένοι στην Τουρκία.

Στις 14 Οκτωβρίου 2021, οι ελληνικές αρχές απάντησαν στην RSA ότι ο ΜΑ και η υπόλοιπη ομάδα δεν εντοπίστηκαν ποτέ στην περιοχή του Έβρου.

Το πλαίσιο της εν λόγω υπόθεσης παρουσιάζει ομοιότητες με συστηματικές καταγγελίες επαναπροωθήσεων προσφύγων στα σύνορα του Έβρου τα τελευταία χρόνια, τις οποίες επισημαίνουν μεταξύ άλλων διάφορες υπηρεσίες και μηχανισμοί του ΟΗΕ (Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ΔΟΜ, Ομάδα Εργασίας για την αυθαίρετη κράτηση, Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων, Ειδικός εισηγητής για τα δικαιώματα των μεταναστών) και του Συμβουλίου της Ευρώπης (Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων, Κοινοβουλευτική Συνέλευση, Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων).

Η RSA έχει ασκήσει σφοδρή κριτική κατά της πρακτικής των επαναπροωθήσεων στον Έβρο και στο Αιγαίο, η οποία παραβιάζει το εθνικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο, καθώς και το ίδιο το κράτος δικαίου. Η RSA έχει τονίσει επανειλημμένως ότι η Τουρκία δεν είναι ασφαλής τρίτη χώρα για τους πρόσφυγες.

«Η απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση των νεοεισερχομένων από το Κράτος δεν δικαιολογείται από καμία ευρωπαϊκή πολιτική και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως μέτρο αποτροπής στα ευρωπαϊκά σύνορα» τονίζει η RSA.

Στο σκαμνί η Frontex για παράνομη επαναπροώθηση

Αντιμέτωπη με την ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη θα βρεθεί η Frontex για παράνομη επαναπροώθηση οικογένειας Σύρων προσφύγων από την Ελλάδα στην Τουρκία το 2016.

Σε ένα πρωτοφανές βήμα, μια ολλανδική εταιρεία δικηγόρων για τα ανθρώπινα δικαιώματα ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι είχε καταθέσει μήνυση εναντίον της Frontex, και ζητούσε αποζημίωση για λογαριασμό της οικογένειας, σύμφωνα με τον βρετανικό Guardian.

«Η Frontex γνώριζε πως ότι παραβίαζαν ανθρώπινα δικαιώματα» τονίζει η Λίζα-Μαρί Κομπ από την Prakken d’Oliveira Human Rights Lawyers.

Είπε ότι είναι ζωτικής σημασίας να λογοδοτήσει ο οργανισμός που χρηματοδοτείται από την ΕΕ. «Αφού της ανατίθεται μια τόσο σημαντική δουλειά, τότε θα πρέπει να λογοδοτήσει. Και αν αυτό δεν είναι δυνατό, θα έχει ως αποτέλεσμα την υπονόμευση της βασικής αρχής του κράτους δικαίου».

Πρόκειται για υπόθεση επαναπροώθησης δέκα Σύρων, μεταξύ των οποίων δύο οικογένειες με μικρά παιδιά και μωρά, οι οποίοι έφτασαν μαζί με άλλους συμπατριώτες τους στη Μήλο και στη συνέχεια στη Λέρο τον Οκτώβριο του 2016.

Ευθύνες σε Frontex επιρρίπτει για επαναπροωθήσεις η Γιόχανσον

Την υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αρχής της μη επαναπροώθησης αλλά και της ενδελεχούς διερεύνησης καταγγελιών για προσβολές των δικαιωμάτων από τις εθνικές αρχές των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογραμμίζει η Ίλβα Γιοχάνσον, απαντώντας σε ερώτηση 17 ευρωβουλευτών από τρεις πολιτικές ομάδες. Η ερώτηση, που κατατέθηκε με πρωτοβουλία του Κώστα Αρβανίτη, αφορούσε τις επαναπροωθήσεις από τη Βουλγαρία σε ελληνικό έδαφος προσφύγων και μεταναστών.

Η Επίτροπος παραπέμπει το θέμα στη Frontex, ζητώντας απαντήσεις για τα καταγγελλόμενα, γεγονός που δείχνει ότι αναγνωρίζει και τη δική της ευθύνη για τα τεκταινόμενα.

Στην ερώτηση, που συνυπογράφουν και οι έξι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, και η οποία κατατέθηκε έπειτα από καταγγελίες που έφτασαν σε ευρωβουλευτές της Αριστεράς/The Left κατά τη διάρκειά επίσκεψής τους σε προσφυγικές δομές στον Έβρο, σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι οι βουλευτές της Ομάδας της Αριστεράς «συνάντησαν θύματα βίαιης απέλασης προς την Ελλάδα από τις βουλγαρικές αρχές. Η ελληνική αστυνομία επιβεβαίωσε τουλάχιστον τρία περιστατικά “ομαδικών επαναπροώθησεων”, εκ των οποίων το ένα έλαβε χώρα πριν από ένα μήνα στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. 75 άτομα εντοπίστηκαν σε ελληνικό έδαφος γυμνά, κακοποιημένα και χωρίς τα υπάρχοντά τους».

Προστίθεται δε ότι η «ελληνική αστυνομία επιβεβαίωσε στους βουλευτές του ΕΚ ότι υπάλληλοι του Frontex ήταν παρόντες κατά την εξέταση των θυμάτων των εν λόγω περιστατικών. Δεν μπόρεσαν να δώσουν εξήγηση ως προς το τι έκανε ο Frontex με τις πληροφορίες αυτές».

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροΈως 10 Νοεμβρίου η υποβολή αιτημάτων πληρωμής για το πρόγραμμα «Τουρισμός για όλους»
Επόμενο άρθρο«Xρυσός» ο Μπεντινίδης στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Βετεράνων