Σε ιστορικό χαμηλό η Wall Street , η οποία έχει γυρίσει 14 μήνες πίσω μετά και την πτώση των τελευταίων ημερών και παρά το γεγονός ότι οι αποτιμήσεις των αμερικανικών μετοχών έχουν περιοριστεί αισθητά, ενώ οι επενδυτές δεν φαίνεται να είναι έτοιμοι να επιστρέψουν για αναζήτηση αγοραστικών ευκαιριών.

 

Ο S&P 500, ο πλέον αντιπροσωπευτικός δείκτης της αμερικανικής αγοράς, έχει καταγράψει πτώση μεγαλύτερη του 2% σε έξι συνεδριάσεις το τρέχον τρίμηνο, που άρχισε τον Οκτώβριο. Ο Nasdaq, στον οποίο έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα οι εταιρείες τεχνολογίας και βιοτεχνολογίας, έχει βρεθεί σε αυτή τη θέση συνολικά δέκα φορές. Και για τους δύο δείκτες είχε να συμβεί αυτό από το τρίτο τρίμηνο του 2011. Ο Dow Jones με τα 30 βαριά χαρτιά της αγοράς, έχοντας χάσει 1.004 μονάδες σε μόλις 2 ημέρες, απέχει περίπου 14% από το εφετινό ζενίθ του. Όσο για τον δείκτη μικρής κεφαλαιοποίησης Russell 2000 είναι σε bear market με απώλειες 21% από τις 31 Αυγούστου. Εάν η τάση δεν αλλάξει τις ημέρες που απομένουν, ο εφετινός Δεκέμβριος θα είναι ο δεύτερος χειρότερος όλων των εποχών για την αμερικανική αγορά.

 

Ο επίμονος εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ- Κίνας, οι αυξήσεις επιτοκίων από τη Fed και οι επιθέσεις Τραμπ στον Τζερόμ Πάουελ, το αυξανόμενο πολιτκό ρίσκο στην Ευρώπη και το ασανσέρ των τιμών στην αγορά πετρελαίου έχουν ως αποτέλεσμα να χαθεί κάθε διάθεση για έκθεση στο ρίσκο. Επί τρεις διαδοχικές εβδομάδες μάλιστα ο δείκτης αναδυόμενων αγορών MSCI Emergin Index παρουσιάζει καλύτερη επίδοση από τους αμερικανικούς, κάτι που είχε να συμβεί από τα τέλη Ιανουαρίου.

 

Υπολογίζεται ότι η αμερικανική αγορά είναι σε πτωτική φάση εδώ και 88 ημέρες. Αν κοιτάξουμε την εμπειρία του παρελθόντος, τότε ενδεχομένως αυτό να μην αλλάξει σύντομα. Το διάστημα αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 των ημερών κατά τις οποίες ο S&P 500 έμενε υπό πίεση κατά τις προηγούμενες 11 φάσεις bear market, που έχουν καταγραφεί από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.

 

Σε μία ένδειξη του ζοφερού κλίματος, περί το 1 δισ. μετοχές βρέθηκαν σε τροχιά πτώσης στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης στη συνεδρίαση της Δευτέρας, έναντι μόλις 158 εκατομμυρίων που κινήθηκαν ανοδικά. Η διαφορά των 883 εκατομμυρίων είναι η μεγαλύτερη από το 2016.

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΈρχεται φθηνότερο ηλεκτρικό ρεύμα για τις επιχειρήσεις
Επόμενο άρθροΗ ΕΕ ζητά από την Ιταλία επιπλέον περικοπές 2,5-3 δισ.