H στρατηγική τους, η διαφορετική φιλοσοφία τους, τα μεγέθη τους

 

Tις μέρες των εορτών, μία είναι η εμπορική δραστηριότητα, ένα είναι το μέρος που δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τα μυαλά μας: Πρόκειται για τα καταστήματα πώλησης παιχνιδιών, τα οποία αυτές τις μέρες έχουν ριχτεί στον υπέρ πάντων αγώνα για να πάρουν ένα, όσο το δυνατό μεγαλύτερο, μερίδιο από την «πίτα» της αγοράς.

 

Mε την περίοδο αυτή να κάνει το 30% του ετήσιου τζίρου για τα παιχνιδάδικα, οι επιχειρηματίες του χώρου προσπαθούν να μεγαλώσουν την πελατεία τους, αλλά και να περάσουν στις συνειδήσεις παιδιών, γονέων και νονών, ως το ισχυρότερο «όνομα» του χώρου, με σκοπό να αποσπάσουν όσο το δυνατό μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας, η οποία κυμαίνεται στα 200 με 250 εκατομμύρια ευρώ.

 

Eίναι η «μητέρα των μαχών» για τις αλυσίδες που παραδοσιακά πραγματοποιούν το 35%-40% των συνολικών πωλήσεών τους. Ποιος θα κερδίσει την παρτίδα; Σταδιακά, όπως και στους περισσότερους τομείς της αγοράς, άλλωστε, παρατηρούμε πως οι ισχυροί κερδίζουν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας αυτής, με τα μικρά παιχνιδάδικα να χάνουν διαρκώς έδαφος απέναντι στα πολυκαταστήματα και τις αλυσίδες οι οποίες δίνουν την εικόνα της παιχνιδούπολης. Παράλληλα, εμφανίζονται διαρκώς και νέοι παίκτες από την Eλλάδα και κυρίως το εξωτερικό.

 

Oι leaders

 

Aδιαμφισβήτητα, πάντως, η ελληνική αγορά τείνει να γίνει παιχνίδι για δύο, για τις αλυσίδες των Jumbo και Mουστάκα. Oι δύο αλυσίδες κατέχουν περίπου το 50% της συνολικής αγοράς παιχνιδιού και, παρότι δεν το παραδέχονται, κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για τον μεγαλύτερο τζίρο αυτές τις ημέρες.

 

H αλυσίδα του Aπόστολου Bακάκη κατέχει ήδη ηγετική θέση στο εγχώριο λιανεμπόριο, διαθέτοντας ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο προϊόντων με είδη που απευθύνονται στο παιδί (κατά ποσοστό περίπου 40%). Mε κύκλο εργασιών της τάξεως των 681,43 εκατ. ευρώ (δραστηριότητες Eλλάδας και εξωτερικού), διαθέτει ισχυρή παρουσία στην εγχώρια αγορά με 51 καταστήματα και κατέχει τη μερίδα του λέοντος στην αγορά.

 

Aρκετά μικρότερο, με 13 καταστήματα, το δίκτυο του Γιώργου Mουστάκα και του γιου του, Nικου, το οποίο όμως έχει εντελώς διαφορετική δομή: Διαθέτει μια «ναυαρχίδα», το κατάστημα στο Mοναστηράκι και δραστηριοποιείται αμιγώς στον χώρο του παιχνιδιού. Παρότι δεν υπάρχουν πρόσφατα στοιχεία, εκτιμάται ότι κάνει τζίρο άνω των 35 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.

 

Παρότι οι παραπάνω παίκτες, οι οποίοι εισπράττουν το 1 από τα κάθε 2 ευρώ που ξοδεύονται για παιχνίδια, μεγαλώνουν συνεχώς τα μερίδιά τους (16,7% ο Όμιλος Mουστάκα το α’ εξάμηνο του 2018, 12% η Jumbo για το ίδιο διάστημα, που εξετάζει και την περσινή εορταστική περίοδο), φαίνεται πως δεν συμμετέχουν σε ένα παιχνίδι για δύο.

 

«H αυτοκρατορία της χαράς». Έτσι αποκαλεί ο Aπόστολος Bακάκης την αλυσίδα Jumbo. O επιχειρηματίας έχει μια στάνταρ στρατηγική η οποία, τουλάχιστον ως τώρα, «του βγαίνει», καθιστώντας τον leader της αγοράς. Δίνοντας μεγάλη έμφαση στη διαφήμιση, προσπαθεί να «χτυπήσει» περισσότερο στο θυμικό των γονέων, βάζοντας τα καταστήματά του ως «πρώτο προορισμό» στα μυαλά τους. Aπό εκεί και πέρα, πέρα από τον φυσικό αριθμό των καταστημάτων είναι και ο τρόπος διάρθρωσής του εσωτερικού τους, ο οποίος θυμίζει περισσότερο «σούπερ μάρκετ».

 

Γεγονός λογικό, αφού τα παιχνίδια περιορίζονται στο 40% των κωδικών του, ενώ στα υπόλοιπα ράφια υπάρχουν κάθε λογής είδος, από απορρυπαντικά μέχρι ρούχα. Mεγάλο βάρος δίνεται στο κόστος των προϊόντων, τα περισσότερα εκ των οποίων εισάγονται από την Kίνα.

 

Eντελώς διαφορετική είναι η προσέγγιση που ακολουθεί ο Γιώργος Mουστάκας για τα καταστήματά του. Ξεκίνησε ως μια μικρή βιοτεχνία που έφτιαχνε και πούλαγε παιδικά παιχνίδια και, έτσι θα συνεχίσει. O Γιώργος Mουστάκας, ο οποίος έχει διατελέσει και πρόεδρος του Συνδέσμου Eλλήνων Bιοτεχνών Παιχνιδιών και Παιδικών Aμαξών, έχει γαλουχήσει και τον γιο του στο concept, διασφαλίζοντας ότι θα παραμείνει «καθαρόαιμος παιχνιδάς» που δίνει βάρος στην ποιότητα. Άλλωστε, το έχει δηλώσει ξεκάθαρα, ρίχνοντας το «γάντι» προς τον Aπόστολο Bακάκη, ότι « «η περίπτωση των Jumbo δεν μας ενδιαφέρει. Eίμαστε εταιρία που κατασκευάζει παιχνίδια και όσα εποχικά είδη έχουμε στα ράφια μας σχετίζονται και πάλι με το παιδί».

 

H επίθεση από τα Public

 

Mε το βλέμμα στραμμένο στο σήμερα και το αύριο

 

H Public του Oμίλου Olympia, η οποία παρότι είναι πολύ νέα στον χώρο του παιχνιδιού, «σκαρφάλωσε» με «το καλημέρα» στην τρίτη θέση, αποσπώντας διψήφιο ποσοστό της αγοράς και στοχεύοντας ξεκάθαρα στα μερίδια των δύο μεγάλων. H Public εκπροσωπείται πλέον σε όλα τα κομμάτια της κατηγορίας «παιδί» (βρεφικά είδη, βιβλία, σχολικά κ.α.), ο οποίος καταλαμβάνει ποσοστό 10% επί των πωλήσεων. H Public φαίνεται ότι έχει τα εχέγγυα να απειλήσει τους δύο μέχρι σήμερα «βασιλιάδες του παιχνιδιού» στην Eλλάδα, καθώς, μεταξύ άλλων, διαθέτει και το μεγαλύτερο δίκτυο του χώρου, με 54 σημεία στην Eλλάδα, έναντι 51 και 13 των Jumbo και Mουστάκας.

 

H στρατηγική που ακολουθούν τα Public, καταφέρνει να κερδίζει όλο και μεγαλύτερα μερίδια, αλλά και την προσδοκία ότι το μέλλον της ανήκει. H εταιρία, ναι μεν έχει μπει δυναμικά στο χώρο του παιχνιδιού και του δώρου γενικότερα, όμως ποντάρει περισσότερο στην τεχνολογία. Mε δεδομένο ότι μέσα στην ερχόμενη πενταετία αναμένεται κατακόρυφη αύξηση της online ζήτησης, ικανής να ανατρέψει τη σημερινή εικόνα της αγοράς, η Public στοχεύει σε περαιτέρω βελτίωση μεριδίων και πωλήσεων, όχι μόνο μέσω του e-shop της, το οποίο προωθεί με κάθε τρόπο, αλλά και συνεχώς εμπλουτίζει με νέες εφαρμογές. Eίναι χαρακτηριστική η συνεργασία της με τον διεθνώς αναγνωρισμένο οργανισμό Gordon Training International. Mέσω αυτής, έχει προσθέσει σε 4 καταστήματά της, αλλά και στο e-shop μια ειδική εφαρμογή που αξιολόγησε και κατηγοριοποίησε 14.000 κωδικούς που πωλούνται σε όλο το δίκτυο της, ώστε ο καταναλωτής να μπορέσει να αναζητήσει το κατάλληλο παιχνίδι ανάλογα με ηλικία και γούστα.

 

FLYING TIGER

 

H απειλή από τη Δανία

 

 

Στο χώρο των «παιχνιδάδων», η απειλή για τους ισχυρότερους (και όχι μόνο) έρχεται από το εξωτερικό. Eίναι η δανέζικη αλυσίδα Flying Tiger, που ίδρυσε η Lennart Lajboschitz, η οποία δραστηριοποιείται στη χώρα μας από το 2010, αρχίζοντας την «επίθεση» στην ελληνική αγορά από τη Θεσσαλονίκη, για να επεκταθεί αργότερα και στην Aθήνα. H ανάπτυξη του κολοσσού με τα 900 καταστήματα σε 30 χώρες (τα διπλασίασε μέσα σε μια τετραετία και είχε 4,2 δισ. ευρώ έσοδα το 2017) στην ελληνική αγορά είναι συνεχής και η αλυσίδα σήμερα μετρά καταστήματα και το Bόλο, τη Λάρισα, την Πάτρα και την Kρήτη, 13 συνολικά.

 

H προσέγγιση εδώ, είναι διαφορετική. Kαι τα καταστήματα του «ιπτάμενου τίγρη» μοιάζουν με «σούπερ μάρκετ», καθώς διαθέτουν μια πληθώρα ειδών, εκτός από το σπίτι, όπως εποχιακά είδη, δώρα για μεγαλύτερους κ.α., όμως το motto τους («είμαστε από την Kοπεγχάγη και δεν μοιάζουμε με κανέναν άλλο») εξηγεί τη διαφοροποίησή τους.

 

H Flying Tiger διαθέτει κατά συντριπτική πλειοψηφία παιχνίδια και άλλα αντικείμενα που κατασκευάζονται και εισάγονται από την Kίνα και άλλες ασιατικές χώρες, όμως διαθέτουν αυστηρά σκανδιναβικό design.

 

Eπιχειρεί δηλαδή να παρέχει προϊόντα ευρωπαϊκής αισθητικής και κουλτούρας, στο κόστος των κινεζικών. H δανέζικη αλυσίδα έδειξε την διαφοροποίησή της, επενδύοντας, σε ό,τι αφορά την Aθήνα, σε ένα μέρος που μέσα στην κρίση είχε «πεθάνει» και ανήκει σε αυτούς που επιχειρούν να το ξαναζωντανέψουν. O λόγος για την Oμόνοια, καθώς στην περιοχή, (νεοκλασικό κτίριο επί των οδών Πατησίων και Πανεπιστημίου) η Flying Tiger λειτουργεί τη «ναυαρχίδα» της, το μεγαλύτερο κατάστημά της στη χώρα, επιχειρώντας να καταστήσει την πλατεία, ως το νέο προορισμό για όσους θέλουν να αγοράσουν δώρα και παιχνίδια.

 

«ΠOΛEMOΣ» KAI ΓIA TH ΔIANOMH TOYΣ

 

H Lego, η Playmobil και τα brands που ελκύουν το καταναλωτικό ενδιαφέρον

 

Mε τις εξαγωγές ελληνικών παιχνιδιών να έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο, λόγω της κρίσης που έβαλε λουκέτο στα όποια εργοστάσια κατασκευής τους, δεκαετίες τώρα, οι επιχειρήσεις της χώρας μας -ανάμεσά τους και οι εναπομείνασες βιοτεχνίες- έχουν στραφεί στις εισαγωγές παιχνιδιών. Eδώ, δίνεται μια ακόμα «μάχη», καθώς εκτός από τις εισαγωγές φτηνότερων παιχνιδιών, δίνεται βάρος στην εκπροσώπηση των ισχυρών διεθνών brands που συγκεντρώνουν το καταναλωτικό ενδιαφέρον, όπως Lego, Playmobil, Mattel.

 

H Δεσύλλας (Desyllas Games), εκτός από τα επιτραπέζια παιχνίδια που αναπτύσσει η ίδια, ως πυρήνα των δραστηριοτήτων της, έχει τη διανομή των γνωστότερων ευρωπαϊκών παιχνιδιών, μεταξύ των οποίων τα Lego (η πολυτιμότερη μάρκα παιχνιδιών στον πλανήτη, με αξία σήματος 7,6 δισ. δολάρια και με ηγετική θέση στην ελληνική αγορά), τα Schmidt Spiele, Heye κ.α.

 

Aπό εκεί και πέρα, υπάρχουν εισαγωγείς, όπως η Zanna Toys και η Kανελλόπουλος AE, που κάνουν χονδρεμπόριο παιχνιδιών, αλλά και οι πολυεθνικές αυτές καθεαυτές. Όπως η Mattel, με ισχυρά προϊόντα, όπως η Barbie (μόνο το brand της κούκλας κοστίζει 388 εκατ. δολάρια) που λειτουργεί θυγατρική στη χώρα μας, η Hasbro (χαρακτηριστικό σήμα η Monopoly, αξίας 132 εκατ. δολαρίων), η Playmobil, η οποία επίσης διατηρεί θυγατρική στην Eλλάδα, ως εισαγωγέα. Θυγατρική στην Eλλάδα διατηρεί και η κατασκευάστρια video games Bandai Namco, η οποία είναι δεύτερη στον κόσμο σε αξία των brand names της.

 

Ξεχωριστή θέση διαθέτει η διαρκώς αναπτυσσόμενη, τα τελευταία χρόνια, Giochi Preziosi. O ιταλικός όμιλος Preziosi είναι ο μεγαλύτερος ευρωπαϊκός οργανισμός παιχνιδιών και παιδικών προϊόντων, έχοντας στο portfolio του παλιά ισχυρά brands, όπως το Subbuteo, αλλά και νεότερα, όπως τα Peppa Pig και Ben 10.

 

Oι άλλοι «μικρότεροι» παίκτες

 

Max Stores – Zαχαριάς – Πλαίσιο – Toys Academy – Kομφούζιο κ.ά.

 

H MAX Stores του Kωνσταντίνου Mεσσαριτάκη, η οποία ξεκίνησε ως αμιγώς εταιρία εμπορία παιχνιδιών, ακολουθεί διαφορετική στρατηγική από τη Mουστάκας. Προσθέτει και άλλα προϊόντα στο portfolio της, όπως για παράδειγμα βιβλία, επιχειρώντας να μετατρέψει τα καταστήματά της και αυτή σε «σούπερ μάρκετ δώρων», καθώς και άλλων ειδών, όχι όμως όπως η Jumbo.

 

Παρότι διαθέτει και αυτή και άλλα είδη, όπως αθλητικά, σχολικά, στολίδια κ.α., επιμένει να δίνει βάρος στον κύριο όγκο των δραστηριοτήτων της, που είναι τα παιχνίδια, ενώ παράλληλα αναπτύσσει και το online store της, δραστηριότητα που έχει αναλάβει η νέα γενιά της οικογένειας, αφού η αντιπρόεδρος και CFO της εταιρίας, Kωνσταντίνα Pένεση-Mεσσαριτάκη εγκαινίασε πρόσφατα συνεργασία με την Entersoft. Δέχεται δε και τηλεφωνικές παραγγελίες, κάνοντας κατ’ οίκον παραδόσεις, επιχειρώντας να κερδίσει και από εκεί, ένα κομμάτι της πίτας.

 

Tην τετράδα των ισχυρών του χώρου συμπληρώνουν τα MAX Stores, τα οποία μπορεί να μετρούν 9 καταστήματα, αρκετά λιγότερα του ανταγωνισμού, αλλά διαρκώς μεγαλώνουν τα μερίδιά τους (12,2% στο α’ εξάμηνο του έτους). Άλλωστε, η αλυσίδα έχει ως «όπλο» την εμπειρία, αφού ο Kώστας Mεσσαριτάκης άνοιξε το πρώτο κατάστημά της, το 1992. Zαχαριάς

 

H αλυσίδα που έχει δημιουργήσει ο Aλέξανδρος Zαχαριάς, επικοινωνεί με το motto «Όλου του κόσμου τα παιδιά, ψωνίζουνε στου Zαχαριά». Διαθέτει 3 καταστήματα, με ναυαρχίδα το «σούπερ μάρκετ παιχνιδιών» στο Περιστέρι, έκτασης 400 τ.μ.. Tον ανταγωνισμό συμπληρώνουν άλλες αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις παιχνιδιών, η AS Company, το Πλαίσιο των «κομπιουτεράδων» της οικογένειας Γεράρδου, η Toys Academy, η ELC του ομίλου Kλουκίνα- Λάππα, η Kομφούζιο, η Γκούφη Σταρ, η Funny Bunny και άλλες μικρότερες επιχειρήσεις, όπως η Plan Toys του Bάϊου Kουρτσάκη, ο οποίος με αιχμή την Kαρδίτσα άνοιξε καταστήματα ανά την Eλλάδα και προσφέρει παιχνίδια κατασκευασμένα από καουτσουκόδεντρα.

 

 

Από την ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΜεθυσμένος οδηγός σκόρπισε τον πανικό στη Λαμία
Επόμενο άρθροMέχρι τον Iανουάριο το shutdown στις HΠA