Στις 17 Σεπτεμβρίου συμπληρώθηκε ένας χρόνος από την τραγωδία της
ελληνικής ανθρωπιστικής αποστολής στην Λιβύη.
5 άνθρωποι, εκ των οποίων 3 στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και 2 πολίτες,
έχασαν την ζωή τους, ενώ 13 στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων τραυματίστηκαν κατά
την μετάβασή τους στην πόλη Ντέρνα για παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, όταν το
μισθωμένο λεωφορείο της αποστολής προσέκρουσε σε διερχόμενο όχημα και πήρε
φωτιά.
Με ποιον επιχειρησιακό σχεδιασμό, ποια προετοιμασία και πώς υλοποιήθηκε
η αποστολή σε μια χώρα που μαστίζεται από εμφύλιες συρράξεις και
γενικευμένη αστάθεια; Εκτιμήθηκε επαρκώς η επικινδυνότητα της επιχείρησης
λόγω των αυξημένων κινδύνων του πεδίου; Αυτά είναι σοβαρά ερωτήματα
που προέκυψαν όταν έγιναν γνωστές πληροφορίες για τις συνθήκες του
δυστυχήματος.
«Εδώ και ένα χρόνο επίμονα ζητούμε επαρκείς απαντήσεις με κοινοβουλευτικό
έλεγχο στην Βουλή.
Αντιλαμβανόμαστε ότι κάποια από τα δεδομένα που αφορούν στην αποστολή
και στον σχεδιασμό αυτής, αποτελούν απόρρητες πληροφορίες που δεν
μπορούν να κοινοποιηθούν, αυτό όμως δεν ισχύει για όλο το εύρος των
απαντήσεων που ζητούνται και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως αιτιολογία
για τη μη χορήγηση επαρκών απαντήσεων δεδομένου ότι η Κυβέρνηση έχει
υποχρέωση λογοδοσίας στην εθνική αντιπροσωπεία και στον ελληνικό λαό»,
επεσήμαναν σε νέα Ερώτηση που κατέθεσαν προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας
από κοινού ο Βουλευτής Μαγνησίας Αλ.Μεϊκόπουλος και ο Τομεάρχης Εθνικής
Άμυνας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ. Ευ. Αποστολάκης.
Καλούν τον αρμόδιο Υπουργό να απαντήσει αν έχει ολοκληρωθεί η νομική
διερεύνηση της υπόθεσης και, εάν ναι, ποιο είναι το πόρισμα αυτής, καθώς και αν
υπάρχει απόδοση ευθυνών για τον επιχειρησιακό σχεδιασμό της συγκεκριμένης
αποστολής.
Επαναφέρουν επίσης το ερώτημα αν υπήρξε ανάμιξη του Υπουργείου Εξωτερικών
στον σχεδιασμό και την υλοποίηση της επιχείρησης και εάν ναι σε ποιο εύρος.
Τέλος, οι Βουλευτές του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ. ζήτησαν να ενημερωθούν σε σχέση με την
κάλυψη των εξόδων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, χειρουργικών επεμβάσεων,
υλικών αποκατάστασης και ψυχολογικής υποστήριξης των τραυματισθέντων
στελεχών και των οικείων τους, αλλά και το ενδεχόμενο αποστολής των εγκαυματιών
σε εξειδικευμένα κέντρα αποκατάστασης στο εξωτερικό.