Μετά και την τρίτη λίμνη που εντόπισαν σπηλαιολόγοι κάτω από τον Κηφισό, προκαλώντας έντονη ανησυχία για την κατάσταση της σήραγγας, ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ καθηγητής Ευθύμιος Λέκκας εμφανίστηκε καθησυχαστικός ως προς το ζήτημα της στατικής επάρκειας.
«Οι λίμνες είναι κάτι το συνηθισμένο σε πλακοσκεπείς αγωγούς ή εγκιβωτισμένα ποτάμια» αναφέρει ο Λέκκας
Όπως είπε μιλώντας στην ΕΡΤ, σε κάθε περίπτωση χρειάζεται έλεγχος. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει θέμα στατικής επάρκειας στον Κηφισό και στην εθνική οδό κυρίως, που είναι πάνω από τον Κηφισό, αλλά σε κάθε περίπτωση χρειάζεται ένας έλεγχος ο οποίος θα πρέπει να γίνει από ειδικούς πολιτικούς μηχανικούς, οι οποίοι θα εξακριβώσουν κατά πόσο υπάρχει φθορά στα τοιχώματα της κοίτης του, της εγκιβωτισμένης κοίτης» σημείωσε.
Όπως εξήγησε στη συνέχεια, οι λίμνες είναι κάτι συνηθισμένο σε πλακοσκεπείς αγωγούς ή εγκιβωτισμένα ποτάμια δεδομένου ότι η διαβρωτική ενέργεια του νερού που ρέει διαβρώνει πρώτα τον πυθμένα. Βεβαίως, συμπλήρωσε ο ίδιος, τα τοιχώματα του εγκιβωτισμένου ποταμιού δεν ξέρουμε σε τι κατάσταση είναι.
Και πρόσθεσε: «Από ό,τι φαίνεται δεν έχουν μεγάλο πρόβλημα, δηλαδή δεν έχουν διαβρώσεις. Δεν υπάρχει διάβρωση στον οπλισμό. Συνεπώς δεν νομίζω ότι υπάρχει θέμα στατικής επάρκειας στον Κηφισό και στην εθνική οδό κυρίως, που είναι πάνω από τον Κηφισό, αλλά σε κάθε περίπτωση όμως χρειάζεται ένας έλεγχος ο οποίος θα πρέπει να γίνει από ειδικούς πολιτικούς μηχανικούς, οι οποίοι θα εξακριβώσουν κατά πόσο υπάρχει φθορά στα τοιχώματα της εγκιβωτισμένης κοίτης για να δούμε ενδεχόμενες παρεμβάσεις οι οποίες θα πρέπει να γίνουν, εάν φυσικά υπάρχει κάποιο τέτοιο θέμα».
Περί αντοχής
Ακολούθως, ο κ. Λέκκας είπε ότι «είναι άλλη η αντοχή της βάσης του εγκιβωτισμού και είναι άλλη αντοχή των τοιχωμάτων. Τα τοιχώματα φέρουν φορτία. Η βάση δε φέρει φορτία απλώς και μόνο μπορεί να διαβρωθεί από το νερό[…] τα τοιχώματα φέρουν φορτία και φαίνεται ότι δεν έχουμε εκεί ζημιές. Βεβαίως αυτό δεν μας απαλλάσσει από τον έλεγχο, ο οποίος θα πρέπει να γίνεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Φυσικά και θα πρέπει να αντληθούν (σσ τα ύδατα) έτσι ώστε να αποκατασταθεί ουσιαστικά η διάβρωση[…] Εκεί βεβαίως θα πρέπει να γίνει πάλι επανατοποθέτηση όλων των οπλισμών που καταστράφηκαν αλλά και σκυροδέτηση έτσι ώστε το νερό να λέει πολύ πιο εύκολα προς τα κάτω[…]».
Σε άλλο σημείο ανέφερε «[…] η διακινδύνευση η οποία υπάρχει είναι μεγάλη, δεδομένου ότι υπάρχει μεγάλη κίνηση, είναι ο κεντρικός άξονας του λεκανοπεδίου. Από κει και πέρα όμως, εκείνο το οποίο ορθώς επισημάνατε πάλι, είναι το θέμα της κουλτούρας. Εδώ στην Ελλάδα δεν έχουμε την κουλτούρα της συντήρησης των έργων. Δεν υπάρχει έλεγχος των έργων μετά από την κατασκευή τους. Συνήθως αφήνονται στην τύχη τους[…] Βεβαίως υπάρχει από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας μια πολύ μεγάλη προσπάθεια να καταγραφούν οι γέφυρες, να υπάρχουν συστήματα ελέγχου και παρακολούθησης των παραμορφώσεων και των άλλων δεδομένων που πρέπει να έχουμε σε κεντρικό επίπεδο για όλες τις γέφυρες της χώρας. Συνεπώς, υπάρχει μία διαδικασία σε εξέλιξη έτσι ώστε να παρακολουθούνται όλα τα τεχνικά έργα, να παρακολουθούνται κυρίως οι γέφυρες, οι οποίες έχουν ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο για τον Κηφισό αλλά για όλη την Ελλάδα. Θεωρώ ότι είμαστε σε καλό δρόμο, αλλά πρέπει όμως να βελτιώσουμε το επίπεδο συντήρησης όλων των έργων σε όλο τον ελληνικό χώρο».
Για το αν υπάρχει περίπτωση αν δούμε εικόνες Βαλένθια ο κ. Λέκκας είπε «σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που είχαμε από την πρώτη στιγμή της μετάβασης στη Βαλένθια, είναι ότι πρέπει να αναθεωρήσουμε το σχεδιασμό μας σε παγκόσμιο επίπεδο, γιατί η κλιματική κρίση είναι σε εξέλιξη. Τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν πριν 10 ή 30 και 40 και 50 χρόνια έχουν αλλάξει. Συνεπώς ο σχεδιασμός μας θα πρέπει να αλλάξει» και πρόσθεσε « Δεν είναι μόνο αυτό όμως. Δεν έχουμε κατανοήσει σε επίπεδο επαρκές τις φυσικές διεργασίες ή τα φυσικά φαινόμενα. Εξελισσόταν και θα εξελίσσονται με ιδιαίτερη ένταση και το επόμενο χρονικό διάστημα, εξελισσόταν εκατομμύρια χρόνια πριν. Εμείς σχεδιάζαμε με βάση τις γνώσεις που θεωρούσαμε ότι είναι σωστές. Δυστυχώς το παράδειγμα της Βαλένθια είναι ένα παράδειγμα που ανατρέπει τη φιλοσοφία μας σχεδιασμού των έργων, που μας λέει ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με νέα δεδομένα».