19 Οκτωβρίου 1944 – Η απελευθέρωση του Βόλου και οι σύγχρονες επιβιώσεις της μνήμης
Ήταν Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 1944 όταν οι καμπάνες των εκκλησιών και οι σειρήνες των εργοστασίων του Βόλου σήμαναν χαρμόσυνα το τέλος της ιταλογερμανικής Κατοχής. Επί τριάμισι χρόνια οι Ιταλοί και οι Γερμανοί κατακτητές, βοηθούμενοι από τους ντόπιους συνεργάτες τους, εκφόβιζαν, βίαζαν, φυλάκιζαν, βασάνιζαν, τραυμάτιζαν και εκτελούσαν πατριώτες από τον Βόλο, τον Αλμυρό, τα χωριά του Πηλίου και τα νησιά των Βόρειων Σποράδων, άνδρες και γυναίκες, μέλη της Αντίστασης, δημοκρατικούς πολίτες της Μαγνησίας αλλά και άμαχο πληθυσμό. Μακρύς είναι ο κατάλογος των θυμάτων της φασιστικής και ναζιστικής θηριωδίας στην περιοχή μας. Πολλά επίσης τα χωριά και οι κωμοπόλεις του Πηλίου και του κάμπου που λεηλατήθηκαν, κάηκαν ή ερημώθηκαν από τους κατακτητές, όπως η Δράκεια, οι Μηλιές, η Κερασιά, τα Κανάλια, η Νέα Αγχίαλος, ο Πλάτανος Αλμυρού κ.ά.
Ήδη στη διάρκεια του Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί του Βόλου, όπως και όλης της κατακτημένης χώρας, προετοίμαζαν τον τρόπο αποχώρησής τους από την Ελλάδα, προκειμένου να εγκαταλείψουν τα Βαλκάνια πριν τους προλάβει ο σοβιετικός στρατός που προήλαυνε με ορμή προς την Γερμανία. Ακριβώς αυτό το σχέδιο προσπάθησαν να αποτρέψουν οι επιτελικοί του ΕΛΑΣ, με τον έλεγχο των εισόδων και των εξόδων της πόλης. Στις 24 Σεπτεμβρίου αντάρτες του 11ου λόχου του 54ου Συντάγματος ΕΛΑΣ, μετά από μάχη στην οποία σκοτώθηκε ο διοικητής τους, μόνιμος ανθυπολοχαγός του στρατού Αντώνης Τσακανίκας, κατέλαβαν το φυλάκιο των Γερμανών στη θέση Πιλάφ Τεπέ, ανάμεσα στην Κάπουρνα και στον δρόμο Βόλου Λάρισας, σημαντική θέση για τους Γερμανούς για να ελέγχουν την διαφυγή που προετοίμαζαν προς τη Λάρισα. Να αναφέρουμε εδώ πως αρκετοί Γερμανοί είχαν αυτό το διάστημα αυτομολήσει και παραδοθεί στον ΕΛΑΣ, όπως ο υπολιμενάρχης Όττο Έγκελ.
Στις 5 Οκτωβρίου οι Γερμανοί που εκκένωναν το Πλιασίδι εμποδίστηκαν από δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην Πορταριά. Σε αντίποινα έκαψαν αρκετά σπίτια του χωριού. Στις 12 Οκτωβρίου, μετά τις άκαρπες προσπάθειες παράδοσης με τη μεσολάβηση του Ερυθρού Σταυρού, οι Γερμανοί άρχισαν προετοιμασίες να αποχωρήσουν συντεταγμένα από τον Βόλο προς τη Λάρισα, σε μια προσπάθεια να σπάσουν τον κλοιό που είχε στήσει το 54ο Σύνταγμα στον Κάκκαβο, 5 χιλιόμετρα έξω από τον Βόλο, θέση ιδιαίτερης σημασίας, δίπλα στο δημόσιο δρόμο και στη σιδηροδρομική γραμμή, το λεγόμενο από τους Γερμανούς «στενό του θανάτου».
Έτσι, χάρη στις νικηφόρες μάχες του 54ου Συντάγματος στον Κάκκαβο (12, 15 και 17 Οκτωβρίου) και του 9ου λόχου στην Αγριά (15 Οκτωβρίου), οι Γερμανοί απέτυχαν να διαφύγουν προς τη Λάρισα και παγιδεύτηκαν μέσα στον Βόλο. Οι νίκες αυτές των ανταρτών ξεσήκωσαν κύμα ενθουσιασμού στο λαό της πόλης και προκάλεσαν εκδηλώσεις περηφάνιας και συμπαράστασης. Είχε προηγηθεί, το μεσημέρι της 13ης Οκτωβρίου, η αιφνιδιαστική επιδρομή και ο βομβαρδισμός των γερμανικών πλοίων στο λιμάνι του Βόλου από τα συμμαχικά αεροπλάνα, επιχείρηση που έγινε με απόλυτο συντονισμό και ακρίβεια, με μικρές μόνο φθορές παρακείμενων κτηρίων, βοηθούμενη από το τοπικό ΕΑΜ, με αποτέλεσμα την καταστροφή των μισών τουλάχιστον εχθρικών πλοίων και μεγάλων ποσοτήτων πολεμικού υλικού.
Η τελευταία πράξη διαδραματίστηκε στον Κάκκαβο στις 18 Οκτωβρίου. Όπως γράφει έναν χρόνο μετά ένας από τους πρωταγωνιστές, ο Γρηγόρης Ρέντης, μόνιμος αξιωματικός του στρατού που το 1943 εντάχθηκε στο 54ο Σύνταγμα ως επιτελάρχης, «από το πρωί της 18.10.44 οι Γερμανοί ετοιμάζονται να περάσουν για τη Λάρισα, συγκεντρώνοντας τις δυνάμεις τους στο Καπακλί. Στις 10 αρχίζει προπαρασκευή του εχθρικού πυροβολικού κατά των θέσεων των ανταρτών, στα υψώματα Κάκκαβου και Μπραμοράχης. Το αντάρτικο πυροβολικό σκορπίζει τα πρώτα τμήματα της γερμανικής φάλαγγας που έφτασαν στη γέφυρα του Ξηριά […] Ο αντάρτικος φραγμός των αυτόματων όπλων, μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, την αφανίζει κυριολεκτικά». Όσες προσπάθειες κι αν έκαναν μέχρι το απόγευμα οι Γερμανοί απέτυχαν. Πανικόβλητοι έτρεχαν μέσα στα χωράφια όπου συνεχίστηκε το ανθρωποκυνηγητό. Ήταν η σημαντικότερη από τις μάχες που δόθηκαν στη συγκεκριμένη θέση, με μεγάλες απώλειες για τον εχθρό.
Έτσι, οι τελευταίοι Γερμανοί, περίπου 3000 άνδρες, θα εγκαταλείψουν τον Βόλο την επόμενη μέρα, στις 19 Οκτωβρίου, με αυτοκίνητα, κάρα, ποδήλατα ή με τα πόδια ακόμη, εκκενώνοντας όλα τα κτήρια που είχαν επιτάξει. Πολύ σημαντική επιτυχία ήταν η αποτροπή της ανατίναξης εργοστασίων και υποδομών του Βόλου που είχαν σχεδιάσει αποχωρώντας οι Γερμανοί, χάρη στην επέμβαση και την καταστροφή των εκρηκτικών υλικών από άνδρες του ΕΛΑΣ. Την ίδια μέρα άνδρες του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ μπαίνουν στην πόλη από τη συνοικία της Αγίας Παρασκευής, κατηφορίζοντας μέσω της οδού Ιωλκού, τραγουδώντας τον ύμνο του Συντάγματος, γραμμένο από τον Δήμο Ατσάλη σε μουσική του μαέστρου Ντίνου Πάντα. Λίγο νωρίτερα είχε μπει στην πόλη από την Αγριά ο 9ος λόχος του Γ΄ Τάγματος και είχε εγκατασταθεί στο κτήριο της Εμπορικής Σχολής, του σημερινού 5ου Γυμνασίου, στη συμβολή των οδών Κασσαβέτη και Πολυμέρη.
Οι αφηγήσεις των Βολιωτών που έζησαν εκείνη τη μέρα είναι πραγματικά συγκλονιστικές. Ο λαός του Βόλου υποδέχεται τους αγωνιστές και ελευθερωτές του με ξέφρενο ενθουσιασμό, αγκαλιές, γέλια και δάκρυα χαράς και συγκίνησης. Η πόλη φωταγωγείται και ζει τις πρώτες στιγμές της λευτεριάς της. Οι οικογένειες ανταμώνονται με τα αδέρφια και τα παιδιά τους, τους αντάρτες του 54ου , και φωτογραφίζονται μαζί τους με έκδηλη συγκίνηση. «Ακούγαμε Ελευθερία, Ελευθερία, κι εγώ, μικρό παιδί, την φανταζόμουν σαν μία χαμογελαστή και λαμπερή κοπέλα!», θυμάται ο εννιάχρονος τότε Δημήτρης Κωνσταντάρας, ο αεικίνητος και πολυμαθής Μικρασιάτης δάσκαλος. «Κατέβαινε όλος ο κόσμος κάτω, στην παραλία, ενωνόμασταν σαν ποτάμια και κυλούσαμε μέσα σε γέλια και χαρές», θα πει ο Βολιώτης Παύλος Κορομηλής σε συνέντευξή του. Οι καλλιτέχνες της πόλης έβγαιναν στους δρόμους, έπαιζαν μουσική, τραγουδούσαν και χόρευαν. Από τον συνοικισμό των προσφύγων, από τις βόρειες και ανατολικές συνοικίες της πόλης, ο κόσμος συνέρρεε αυθόρμητα στο κέντρο και στην παραλία πανηγυρίζοντας για τη μέρα της απελευθέρωσης, που θα άνοιγε μια νέα σελίδα στις ζωές τους, όπως πίστευαν.
Ακολούθησε μεγάλη πανηγυρική συγκέντρωση στην πλατεία Ελευθερίας, στο κέντρο της πόλης, στον εμβληματικό αυτό χώρο-μνημείο της ναζιστικής βαρβαρότητας. Στη συγκέντρωση μίλησαν εκπρόσωποι του ΕΑΜ Βόλου (Γιάννης Χριστοδουλίδης), του Εθνικού Συμβουλίου (Κώστας Καραγιώργης), του 54ου Συντάγματος (Πέτρος Πηλιορείτης), ο στρατηγός Δημήτρης Ψιάρης κ.ά. Την Κυριακή 22 Οκτωβρίου, στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου, τελέστηκε δοξολογία και μνημόσυνο για τα θύματα της Κατοχής. Τις επόμενες μέρες συγκροτήθηκε το πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο του ελεύθερου πια Βόλου, με Δήμαρχο τον γιατρό Ιωάννη Κονταράτο.
Η χαρά και η αισιοδοξία που έφερε η μέρα της απελευθέρωσης δεν θα κρατήσουν, δυστυχώς, πολύ. Η τραυματική μνήμη όσων θα ακολουθήσουν θα κρατήσουν στην αφάνεια για πολλές δεκαετίες αυτή τη σημαντική μέρα της νεότερης ιστορίας της πόλης μας. Ο Εμφύλιος που ακολούθησε ήταν ένα ιδιαίτερα διχαστικό και τραυματικό γεγονός για την ελληνική κοινωνία. Οι νικητές διαχειρίστηκαν την επικράτησή τους τιμωρώντας τους αγωνιστές που ανήκαν στον χώρο της Αριστεράς, με φυλακίσεις, εξορίες, περιορισμούς των ίδιων, αλλά και των συζύγων και των παιδιών τους, στη Χίο, τη Μακρόνησο και το γειτονικό μας Τρίκερι. Η ελεύθερη πατρίδα, προνομιακό πεδίο των δωσίλογων και της μετεμφυλιακής εθνικοφροσύνης, αποδύθηκε σε ένα ανελέητο κυνήγι εκείνων που την απελευθέρωσαν από τον κατακτητή, κρατώντας για δεκαετίες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, στη σιωπή και την αφάνεια τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές της απελευθέρωσης.
Έτσι, στον Βόλο, ένα χρόνο μετά, το 1945, απαγορεύτηκε με διαταγή ο εορτασμός της ημέρας της απελευθέρωσης με πρόσχημα την κυβερνητική κρίση. Όπως όμως διαβάζουμε στο φύλλο της εφ. Αναγέννηση της 17ης Οκτωβρίου 1945, σε άρθρο με τίτλο «Απαγορεύουν το γιορτασμό για την απελευθέρωση του Βόλου», «Ο λαός του Βόλου πιστεύει ότι ο εορτασμός για την απελευθέρωσή του δεν μπορεί να έχει σχέση με την κυβερνητική κρίση. Είναι τοπική εθνική γιορτή και ο λαός του Βόλου που πολέμησε για τη λευτεριά του και την κατέκτησε με πολύχρονους αιματηρούς αγώνες θέλει να τη γιορτάσει». Ως επίσημος εορτασμός θα παραμείνει για τις επόμενες δεκαετίες αυστηρά η ημέρα της έναρξης του ελληνοϊταλικού πολέμου, η 28η Οκτωβρίου, όπου η έμφαση στην παλλαϊκή ομοψυχία θα υποχωρήσει σταδιακά για να προβληθεί η βούληση του δικτάτορα και του μονάρχη.
Στον Βόλο, το 1984, μετά από την επίσημη αναγνώριση από την πολιτεία των αντιστασιακών ομάδων, με τον ενοποιητικό και συμβολικό όρο «Εθνική Αντίσταση», διοργανώθηκαν από το δημοτικό συμβούλιο, με δήμαρχο τον Μιχάλη Κουντούρη, οι πρώτες εκδηλώσεις μνήμης προς τιμήν των αγωνιστών, με αναπαράσταση της εισόδου του νικηφόρου 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στην πόλη, από την πλατεία της συνοικίας «Καλλιθέα», με ομιλίες από εκπροσώπους φορέων και παλιούς αντιστασιακούς-μέλη του δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με μαρτυρία του Γ. Γ. του συλλόγου μας Απόστολου Αποστολάκη, τότε δημοτικού συμβούλου Βόλου. Λίγο νωρίτερα, με απόφαση της δημοτικής αρχής, είχε στηθεί αναμνηστική στήλη στην πλατεία Ελευθερίας, με την επιγραφή «Στη μνήμη των πατριωτών του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα που κρεμάστηκαν εδώ από τους φασίστες κατακτητές», ενώ το 1984 τοποθετήθηκαν αναμνηστικές πλάκες στην Κίτρινη Αποθήκη και στις φυλακές της οδού Αλεξάνδρας, με την επιγραφή «Εδώ φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν Έλληνες πατριώτες από τους ναζί κατακτητές και τους συνεργάτες τους στα χρόνια της Κατοχής». Αργότερα, στη δεκαετία του 1990, επί δημαρχίας Δημήτρη Πιτσιώρη, και πρόσφατα, επί δημαρχίας Πάνου Σκοτινιώτη (2011-2014), διοργανώθηκαν ομιλίες με επετειακό περιεχόμενο.
Στις σύγχρονες προσπάθειες να μην ξεχαστούν οι σημαντικοί αγώνες και οι θυσίες των συμπολιτών μας που οδήγησαν στην απελευθέρωση, περιλαμβάνονται οι εκδηλώσεις μνήμης (εκθέσεις αρχειακού και φωτογραφικού υλικού, ιστορικά ντοκιμαντέρ, εκπαιδευτικά προγράμματα, ιστορικοί περίπατοι) από φορείς της περιοχής μας, όπως είναι τα ΓΑΚ Μαγνησίας, από το 2017, με το πρόγραμμα «19 Οκτωβρίου 1944. Ο Βόλος Ελεύθερος», με έμπνευση το πρόγραμμα «12 Οκτωβρίου 1944. Η Αθήνα Ελεύθερη», όπως είναι επίσης οι εκθέσεις και οι ιστορικοί περίπατοι από το Μουσείο της Πόλης του Βόλου και η έρευνα και οι εκδηλώσεις της Ομάδας Προφορικής Ιστορίας Βόλου (ΟΠΙΒΟ), όπως ήταν η εκδήλωση για τους χώρους εγκλεισμού στον κατοχικό Βόλο. Επίσης, τον Οκτώβριο του 2018, η πολύ ιδιαίτερη εκδήλωση μνήμης, η performance-παράσταση δρόμου που οργάνωσε και υλοποίησε η ερευνητική-καλλιτεχνική ομάδα Artspirators, με τη συμμετοχή φοιτητών του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, έξω από το εμβληματικό κτήριο της Κίτρινης Αποθήκης, μια ιδέα της εικαστικού και ιστορικής ερευνήτριας Μαρίας Ανδρομάχης Χατζηνικολάου, εκδήλωση που παρακολούθησαν πάνω από 500 άτομα.
Τελειώνοντας, θα αναφερθώ στη δράση του συλλόγου που εκπροσωπώ σε αυτή τη συνάντηση, του ΣΙΜΕΑ. Ένας σύλλογος που δραστηριοποιείται κυρίως σε σχέση με τη δεκαετία του 1940, τιμώντας τους αγωνιστές που είναι ακόμη εν ζωή -ελάχιστοι πια- και τις οικογένειές τους, και τη μνήμη όσων έχουν φύγει, τιμώντας και τη μέρα της απελευθέρωσης της πόλης με παρουσιάσεις βιβλίων και ομιλίες, με ραδιοφωνικές συνεντεύξεις, καθώς και με πλήθος από τεκμηριωμένα δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο, στο ιστολόγιο και στο fb του συλλόγου. Με όλους αυτούς τους τρόπους νιώθουμε πως συμβάλλουμε στη διατήρηση της μνήμης των μεγάλων κοινών αγώνων, στη συνέχιση και ανανέωση της συζήτησης για την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο και στη γνώση και αφύπνιση των νεότερων συμπολιτών μας.
Το κείμενο διαβάστηκε στο συνέδριο Μουσείων Εθνικής Αντίστασης που πραγματοποιήθηκε στην Λάρισα το 2024.
Αγγελική Νικολάου.
Αρχειονόμος ΓΑΚ Μαγνησίας, ΜΑ Ιστορίας.
Πρόεδρος Συλλόγου Ιστορίας και Μνήμης Εθνικής Αντίστασης (ΣΙΜΕΑ).
Νίκος  Βητσόπουλος
Προηγούμενο άρθροΙωάννα Τούνη: Πώς περνά στο Λας Βέγκας στο μπάτσελορ πάρτι της κολλητής της
Επόμενο άρθροΣαν σήμερα 19 Οκτωβρίου