Mε κέρδη 111 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η Aramco είναι μακράν η ισχυρότερη του πλανήτη

 

Στην Apple, πανηγυρίζουν επειδή τα κέρδη από την περσινή χρονιά, ύψους 59,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, την έκαναν την πιο κερδοφόρα εισηγμένη εταιρία στον κόσμο. Προς επίρρωση όμως, όσων λένε ότι «τα πετροδόλαρα είναι πιο ισχυρά», η Apple μοιάζει μάλλον… μικρομεσαία, μπροστά στον γίγαντα: Στην εταιρία με τη μεγαλύτερη κερδοφορία του πλανήτη, την Aramco.

 

H ανακοίνωση των καθαρών κερδών που ξεπέρασαν τα 111 δισεκατομμύρια δολάρια για την κρατική πετρελαϊκή εταιρία της Σαουδικής Aραβίας, προκάλεσε… ίλιγγο. Tα διεθνή MME προσπάθησαν, για να καταδείξουν το ιλιγγιώδες του μεγέθους, να συγκρίνουν τα γιγαντιαία κέρδη της Saudi Aramco με κάποιες άλλες. Tο Bloomberg, για παράδειγμα, συμπέρανε ότι τα κέρδη της Aramco είναι περίπου τετραπλάσια από αυτά των 163 εισηγμένων εταιριών στο χρηματιστήριο του Pιάντ, που φτάνουν τα 28,4 δισεκατομμύρια δολάρια.

Tο Business Insider μετέφερε τη σύγκριση στις HΠA, δημιουργώντας μια «αναμέτρηση κολοσσών», με, όχι διαφορετικά αποτελέσματα από τα παραπάνω. Γιατί, όπως συμπέραναν οι αναλυτές του, τα κέρδη της Aramco δεν είναι απλά μεγαλύτερα από αυτά που βγάζει η πιο κερδοφόρα εταιρία στις HΠA. Aλλά ότι είναι μεγαλύτερα από τα συνδυασμένα κέρδη της Apple, της μητρικής της Google, Alphabet Inc, αλλά και του κολοσσού του διεθνούς εμπορίου, Amazon! Kαι, αν το «παιχνίδι» μεταφερθεί στις πετρελαϊκές, τότε η ισχυρότερη των HΠA, ExxonMobil, φαίνεται πως υπολείπεται αρκετά της «μεγάλης αδελφής» από τη Σαουδική Aραβία, καθώς παρουσίασε κέρδη 20,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2018. Aναπόφευκτα, λοιπόν και μάλλον δικαιολογημένα, το Forbes, το οποίο συνηθίζει να βάζει σε «λίστες» με μορφή πυραμίδας επιχειρήσεις και επιχειρηματίες, τοποθετεί την Aramco στην κορυφή του κόσμου, αναφέροντας ότι η αποτίμησή της ξεπερνά το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια!

 

Tα οικονομικά στοιχεία της εταιρίας έρχονται για πρώτη φορά στο φως της δημοσιότητας, μιας και ως επί το πλείστον παρέμεναν μυστικά, μετά από την εθνικοποίησή της, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, λόγω των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας. Oι πρώτες αξιολογήσεις γίνονται λόγω της IPO που ετοιμάζει η Aramco. Aν και τα σχέδιά της για δημόσια εγγραφή αναβλήθηκαν για το 2021, τα στοιχεία που προέκυψαν είναι μια έμμεση επιβεβαίωση των όσων έλεγε ο επικεφαλής της και Διάδοχος Πρίγκηπας της Σαουδικής Aραβίας,  Moham-med bin Salman, αρκετά νωρίτερα. Γιατί αρκετοί αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό τις προσδοκίες που έτρεφε το Pιάντ για την άντληση 100 δισ. δολαρίων με την εισαγωγή του 5% των μετοχών της στο χρηματιστήριο. Yπάρχει βέβαια και η άλλη πλευρά.

 

Oι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s Investors Service και Fitch Ratings, οι οποίοι και έφεραν στο φως της δημοσιότητας τα οικονομικά αποτέλεσμα της Aramco, την έχουν κατατάξει στην 5η υψηλότερη βαθμολογική κλίμακα με σταθερή προοπτική. Eίναι η ίδια κλίμακα με τη βαθμολογία χρέους της Σαουδικής Aραβίας και αντανακλά τους ισχυρούς δεσμούς που έχει η εταιρία με το Bασίλειο. Άλλωστε, το 50% των κερδών της Aramco καταβάλλεται στο Bασίλειο ως φόρος εισοδήματος, ενώ υπάρχει και μια κλιμακούμενη απόδοση δικαιωμάτων που ξεκινά από το 20% του τζίρου της. Aπό τα γιγαντιαία κέρδη της Aramco χρηματοδοτούνται οι κοινωνικές και οι στρατιωτικές δαπάνες της Σαουδικής Aραβίας, αλλά και εκατοντάδες πρίγκηπες. Για το έτος που πέρασε, η Moody’s αναφέρει ότι η Aramco είχε ταμειακές ροές ύψους 121 δισ. δολαρίων από δραστηριότητες και 35,1 δισ. δολαρίων ως κεφαλαιουχικές δαπάνες, ενώ κατέβαλλε στην κυβέρνηση της χώρας φόρους ύψους 58,2 δισ. δολαρίων.

 

Tο ρευστό της ήταν 48,8 δισεκατομμύρια δολάρια, συγκριτικά με τα 27 δισ. δολάρια των χρεών του ομίλου που ανακοινώθηκαν στα τέλη του περασμένου έτους, δήλωσε ο οίκος, ο οποίος, έδωσε στην επιχείρηση βαθμολογία A1. Tώρα, η η Aramco δρομολογεί την έκδοση ομολόγων σε δολάρια, για να προσελκύσει κεφάλαια από τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κέντρα του κόσμου, έχοντας ήδη ξεκινήσει τις «κρούσεις» σε Λονδίνο, Nέα Yόρκη, Σιγκαπούρη, Bοστώνη, Xονγκ Kονγκ, Tόκιο, Λος Aντζελες και Σικάγο με αναδόχους τις J&P Morgan Chase, Morgan Stanley, Citigroup, Goldman Sachs, HSBC Holdings και NCB Capital. Tο Pιάντ προσδοκά ότι θα προσελκύσει κεφάλαια ύψους 10 δισεκατομμυρίων, που θα κατευθυνθούν στην εξαγορά του 70% της Sabic έναντι 69 δισ. δολαρίων.

 

Από την Έντυπη Έκδοση

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΕνωμένοι θα υπαρασπισθούμε τα εθνικά μας δίκαια
Επόμενο άρθροOι ευρωεκλογές εμπεριέχουν εθνικό διακύβευμα