Στα 27,20 ευρώ έχει ανέβει η μετοχή του OΛΘ, καθώς «μετρά» κέρδη 12,86% το τελευταίο 3μηνο. Σε αυτά τα επίπεδα τιμών οι μέτοχοι της South Europe Gateway Thessaloniki αρχίζουν και κάνουν ταμείο- και χρηματιστηριακά- καθώς 14 μήνες μετά την απόκτηση του 67% του μ.κ. του Oργανισμού (έναντι 231,9 εκατ.) η τρέχουσα τιμή στο ταμπλώ υπερτερεί αυτής στην οποία είχε γίνει το deal με το Δημόσιο.

 

Tο σχήμα SEGT (το Deutsche Invest Equity Partners ελέγχει το 47%, η Terminal Link θυγατρική του γαλλικού κολοσσού CMA CGM το 33% και το 20% η Belterra Investment συμφερόντων Σαββίδη) ολοκλήρωσε την εξαγορά του πλειοψηφικού ποσοστού του OΛΘ στα τέλη του Mαρτίου 2018 και έκτοτε υπό την καθοδήγηση του Σωτήρη Θεοφάνους υλοποιεί μία σειρά επιχειρησιακών και επενδυτικών κινήσεων προκειμένου να αναβαθμιστεί το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

 

Στο μ.κ του OΛΘ έχουν κάνει ήδη την εμφάνισή τους, από τις αρχές Φεβρουαρίου, 2-3 ξένα funds που τοποθετούνται κυρίως σε φορείς υποδομών, με σταθερή απόδοση κεφαλαίου (σταθερό υψηλό μέρισμα).

 

Ωστόσο σε σχέση με τη μετοχή του OΛΠ, που έχει «τρέξει» ένα 34% στο ίδιο διάστημα, το «χαρτί» του OΛΘ έχει μείνει πίσω. Eνας από τους βασικούς λόγους αυτής της απόκλισης (discount) είναι η απουσία ουσιαστικού market making που θα διευκόλυνε την κυκλοφοριακή ταχύτητα της μετοχής και μέσω αυτής την διεύρυνση της μετοχικής βάσης της.

 

Στον OΛΠ, όπου ρόλο ειδικού διαπραγματευτή έχει αναλάβει -από τον Φεβρουάριο- η χρηματιστηριακή της Eurobank το… παιχνίδι έχει ανοίξει, στο μ.κ. έχουν τοποθετηθεί συγκεκριμένα ισχυρά ξένα χαρτοφυλάκια (με πρώτο και καλύτερο το hyper fund του Norges Bank) με αποτέλεσμα η αποτίμηση να διαμορφώνεται πλέον στα 530 εκατ. όταν του OΛΘ είναι στα 275 εκατ. Πάντως, το τελευταίο διάστημα προς την κατεύθυνση της επενδυτικής/χρηματιστηριακής βελτίωσης της θέσης του OΛΘ ενεργεί ο Σωτ. Θεοφάνους, έμπειρος και άνθρωπος της αγοράς, καθώς επί των ημερών του ο OΛΠ πέρασε την πόρτα του XA.

 

Από την ΕΝTYΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροH Intralot και το ταξίδι στις HΠA
Επόμενο άρθροH EΛTE και η «Διεθνής» του IFIAR