Πριν από περίπου τρία χρόνια ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα του ΟΗΕ προχωρούσε στην αποκήρυξη του λιγνίτη και την αναγγελία εθνικού σχεδίου για το κλείσιμο των εργοστασίων της Δ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, βάζοντας την Ελλάδα σε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή μάχη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Η απειλή διακοπής του ρωσικού αερίου

Η ΔΕΗ έθεσε σε πλήρη εφαρμογή το σχέδιο της απολιγνιτοποίησης και ταυτόχρονα προχώρησε με μεγάλη δυναμική τη δική της πράσινη μετάβαση με ένα φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο στα τέλη της περασμένης χρονιάς, που προέβλεπε την ανάπτυξη μεγάλου χαρτοφυλακίου ΑΠΕ ισχύος έως και 7,2 Γιγαβάτ έως το 2024 (συμπεριλαμβανομένων και των υδροηλεκτρικών εργοστασίων). Παράλληλα έθεσε ως στόχο το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028.

Ολα αυτά, όμως, ανατράπηκαν μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και τη μετατροπή σε όπλο του φυσικού αερίου της Gazprom, μέσω της οποίας ελέγχει πάνω από το 40% της ενεργειακής κατανάλωσης της Ευρώπης. Οι τιμές του φυσικού αερίου εκτοξεύτηκαν ακόμη και στα 200 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, ενώ οι λογαριασμοί ρεύματος υπερτριπλασιάστηκαν. Το φυσικό αέριο, που εισάγεται στη χώρα μας κατά περίπου 35% με 40% από τη Ρωσία, αποτελεί κυρίαρχο καύσιμο στην ηλεκτροπαραγωγή.

Την περασμένη άνοιξη ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την απειλή πια της διακοπής της παροχής του ρωσικού αερίου, ανήγγειλε το πάγωμα της απολιγνιτοποίησης, χωρίς να αλλάζει ο ορίζοντας του κλεισίματος των ορυχείων, που είναι το 2028. Η ανάγκη για ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας έφερε ξανά στο προσκήνιο τον λιγνίτη.

Τα σενάρια και οι αποφάσεις

Η σύσκεψη της περασμένης Πέμπτης στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Πρωθυπουργό και τη συμμετοχή της ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της ομάδας διαχείρισης κρίσεων, συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ Γιώργου Στάσση, αποφάσισε τον διπλασιασμό της ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη καθώς και το άνοιγμα των ορυχείων εκείνων που είχαν κλείσει. Και όχι μόνο όσων ανήκουν στη ΔΕΗ, αλλά την ανάληψη από τη δημόσια εταιρεία και ιδιωτικών ορυχείων που έχουν κλείσει, όπως εκείνων της Αχλάδας και της Βεύης.

Η ανάγκη για αύξηση των εισαγωγών φυσικού αερίου προκειμένου να καλυφθεί η εγχώρια ζήτηση σε περίπτωση πλήρους διακοπής του ρωσικού αερίου ανεβάζει σημαντικά το δημοσιονομικό κόστος. Σενάρια που παρουσιάστηκαν, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», στη σύσκεψη έδειξαν ότι οι ανάγκες για αύξηση κατά 5 Τεραβατώρες της ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το αέριο θα έστελναν, ανάλογα με την τιμή του φυσικού αερίου TTF, το επιπλέον κόστος εισαγωγών στα 2 δισ. ευρώ (με τιμή στα 350 ευρώ ανά Μεγαβατώρα) έως και 5 δισ. ευρώ (με τιμή σε ακραίο σενάριο ακόμη και στα 1.000 ευρώ ανά Μεγαβατώρα).

Το σχέδιο, το οποίο, σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», ήταν πρόταση του κ. Στάσση, προβλέπει τον διπλασιασμό της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη κατά 5 Τεραβατώρες και συγκεκριμένα από τις 5 που είναι σήμερα στις 10 Τεραβατώρες για 12 μήνες. Με ταυτόχρονη ισόποση υποκατάσταση του φυσικού αερίου.

Το κόστος με την τιμή του πλαφόν στη χονδρεμπορική για τις λιγνιτικές μονάδες στα 200 ευρώ ανά Μεγαβατώρα θα είναι 1 δισ. ευρώ, αλλά την ίδια στιγμή τα οφέλη που θα αφήσει η αυξημένη χρήση του λιγνίτη στην αγορά πολλαπλάσια. Η ΔΕΗ για να ανοίξει τα λιγνιτορυχεία, υφιστάμενα και νέα, θα προχωρήσει σε απαλλοτριώσεις αλλά και στην ανάθεση δουλειών σε εργολάβους με εργαζομένους.

Παράλληλα, με δεδομένο το ότι ο λιγνίτης θα ανέλθει στο 20% της εγχώριας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, το κόστος των λογαριασμών ρεύματος θα ελαφρυνθεί σημαντικά.

Επιταχύνονται οι εξορύξεις

Πληροφορίες του «Βήματος» αναφέρουν πως η ΔΕΗ θα επιταχύνει τις εξορύξεις και θα θέσει σε πλήρη λειτουργία τις επτά λιγνιτικές της μονάδες για 12 μήνες με κίνητρο τη δυνατότητα της ένταξης των εργοστασίων της στο σύστημα κατά προτεραιότητα έναντι των μονάδων φυσικού αερίου αδιαλείπτως για τον επόμενο χρόνο.

Οι μονάδες της θα λειτουργούν στο 70% της δυναμικότητάς τους, παρέχοντας με τον τρόπο αυτόν ασφάλεια στο σύστημα και εξοικονόμηση τεράστιων δαπανών για τις εισαγωγές φυσικού αερίου, οι οποίες επιβαρύνουν και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.

Βέβαια, όπως σημειώνουν αρμόδιες πηγές, για να μη ζημιώνει τη ΔΕΗ ο λιγνίτης, θα έπρεπε να επικρατήσουν συνθήκες ενεργειακής κρίσης και πολέμου. Μόνο τότε το κόστος του είναι πιο συμφέρον από εκείνο του φυσικού αερίου.

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροΠώς θα λειτουργήσουν τα ολοήμερα σχολεία – Το ωράριο και οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες
Επόμενο άρθροΕπιστρεπτέα προκαταβολή: Υποβολή δικαιολογητικών ή επιστροφή 100% της ενίσχυσης