Στην ιδιωτική Banque Havilland, στο Μονακό, ένας διευθυντής έδωσε εντολή να αποθηκεύονται «αθόρυβα» χρήματα θυρίδες και όχι σε κανονικό λογαριασμό, μετά από αλλεπάλληλες καταθέσεις μετρητών ύψους 150.000 ευρώ.

Λίγο πιο πέρα, ένας υπάλληλος της Edmond de Rothschild είδε τον Φαμπρίτσιο Αμόρε να μπαίνει στο γραφείο κοντά στο Port Hercule με μια τσάντα γεμάτη χαρτονομίσματα και λίγο αργότερα να αποχωρεί με άδεια χέρια.

Στη Societe Generale, ο ίδιος ο Ιταλός είχε δύο θυρίδες γεμάτες με σχεδόν 800.000 ευρώ σε νομίσματα, 474.000 δολάρια σε διαμάντια και 132 ρολόγια.

Πλέον, έξι τραπεζίτες στο κράτος παράδεισο των υπερπλούσιων βρίσκονται αντιμέτωποι με την κατηγορία ότι συνέργησαν σε ξέπλυμα χρήματος ή ότι απέκρυψαν ύποπτες συναλλαγές που έπεσαν στην αντίληψή τους.

Σύμφωνα με το πολυσέλιδο δικαστικό έγγραφο το οποίο επικαλείται το Bloomberg, που έκανε την αποκάλυψη, η έρευνα ξεκίνησε το 2015 και οι επίσημες κατηγορίες απαγγέλθηκαν για πρώτη φορά το 2016.

Επισημαίνεται, δε, ότι την περίοδο που οι τράπεζες στο Μονακό άνοιγαν τις πόρτες και τα θησαυροφυλάκιά τους για τον Αμόρε, ο τελευταίος βρισκόταν ήδη στο μικροσκόπιο των αρχών.

Η σύνδεση με τη Mafia Capitale

Ο διαβόητος Φαμπρίτσιο Αμόρε έχει συνδεθεί από το 2015 με την υπόθεση που έμεινε γνωστή ως Mafia Capitale, στην οποία εμπλέκονται αξιωματούχοι της Ρώμης, άλλοι έχοντας δωροδοκηθεί, άλλοι έχοντας εκβιαστεί για χρόνια από γκάγκστερς, για να αναθέσουν συμβάσεις που αφορούσαν δημοτικά έργα και υπηρεσίες. Η έρευνα οδήγησε σε περίπου 80 συλλήψεις.

Τα πλοκάμια της εγκληματικής οργάνωσης απλώνονταν σε όλη τη χώρα, όπως αποκαλύφθηκε, με εμπλοκή στη στέγαση, στην αποκομιδή σκουπιδιών, ακόμη και στη συντήρηση πάρκων.

Ο Αμόρε, ωστόσο, δεν κατηγορήθηκε επίσημα σε αυτή την υπόθεση, αλλά σε παράλληλη έρευνα για τις συναλλαγές του με την πόλη της Ρώμης, οι αρχές ανακάλυψαν ότι συμμετείχε σε μια στημένη σύμβαση για την ανακαίνιση της πτέρυγας «Ιούλιος Καίσαρας» του κτιρίου όπου συνεδριάζει το δημοτικό συμβούλιο, σύμφωνα με το κατηγορητήριο των 88 σελίδων, του Μονακό.

Ένας δικηγόρος του Amore, Giorgio Martellino, δήλωσε στο Bloomberg  ότι «αθωώθηκε στη διαδικασία» για την υπόθεση Ιούλιος Καίσαρας», όμως, τρία άτομα με άμεση γνώση του θέματος είπαν ότι η υπόθεση βρίσκεται σε εξέλιξη.

Τον Μάρτιο, οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν ότι προχώρησαν σε δέσμευση 60 εκατ. ευρώ από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του επιχειρηματία, αφότου η οικονομική αστυνομία στην ιταλική πρωτεύουσα διαπίστωσε ότι επί 30 χρόνια είχε αναπτύξει δραστηριότητες παράνομου πλουτισμού. Ένας εκ των συνηγόρων του, ο Τζόρτζιο Μαρτελίνο, υποστηρίζει ότι η υπόθεση κατάσχεσης «θα αποδειχθεί σίγουρα ως εντελώς αβάσιμη».

Στο Μονακό, ο 66χρονος Αμόρε, κατηγορείται για ξέπλυμα χρήματος και κατάθεση πλαστών εγγράφων σε τράπεζες, κατηγορία την οποία αντικρούει ο δικηγόρος του, ισχυριζόμενος ότι οι καταθέσεις του πελάτη «είναι απολύτως νόμιμα ποσά» που «είχαν δηλωθεί δεόντως στο ιταλικό κράτος» με τους «σχετικούς φόρους που καταβλήθηκαν».

Τα έξι τραπεζικά στελέχη που κατηγορούνται για συνέργεια, προέρχονται από τις Μediobanca, Banque Havilland και Edmond de Rothschild. Οι ίδιες οι τράπεζες, όμως, δεν έχουν αντιμετωπίσει δίωξη και, ενώ η Societe Generale κατείχε επίσης ορισμένα από τα κεφάλαια του Αμόρε, κανένα από τα μέλη του προσωπικού της δεν κατηγορήθηκε για παράνομες πράξεις.

Έκθεση κόλαφος

Η δίκη στο Μονακό, για την οποία δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί ημερομηνία έναρξης, αναμένεται να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, καθώς έχει προηγηθεί μια καυστική αξιολόγηση της ικανότητας των αρμόδιων αρχών να ανακόψουν τις ροές μετρητών που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες.

Τον Ιανουάριο, ευρωπαίοι επιθεωρητές διαπίστωσαν ότι το Μονακό δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει το ξέπλυμα χρήματος, με «χαμηλό αριθμό διώξεων» και «πολύ χαμηλό» αριθμό καταδικαστικών αποφάσεων.

«Αβρόχοις ποσί»

Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα, το 2012, ένας ελβετός τραπεζίτης προσέγγισε την Edmond de Rothschild για λογαριασμό του Αμόρε, υποστηρίζοντας ως πρόκειται για έναν πολύφερνο πελάτη, ο οποίος επιδίωκε να διαφοροποιήσει τις μετοχές του μεταφέροντας χρήματα στο Μονακό. Όπως προέκυψε στο πλαίσιο της έρευνας, από όσο κατάλαβαν οι τραπεζίτες του Μονακό, ο Αμόρε ήταν επιχειρηματίας στον χώρο των κατασκευών και των ακινήτων που ήθελε να αποκρύψει μέρος των κερδών του. Μόνο στην Edmond de Rothschild φέρεται να κατέθεσε συνολικά 657.000 ευρώ μεταξύ Οκτωβρίου 2012 και Φεβρουαρίου 2015 σε εννέα δέσμες μετρητών ύψους 140.000 ευρώ!

Οι τράπεζες στις περισσότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Μονακό, υποχρεούνται να ελέγχουν εξονυχιστικά τις μεγάλες συναλλαγές σε μετρητά ως ύποπτες για παράνομες δραστηριότητες. Ωστόσο, η τράπεζα εμφάνιζε «ελλείψεις στην τεκμηρίωση, στην περιγραφή ή στην αιτιολόγηση» για τη συμπεριφορά του Αμόρε, ανέφεραν οι αρχές στο έγγραφο που περιήλθε σε γνώση του Bloomberg.

Ακόμη, στην Banque Havilland, σύμφωνα με το έγγραφο, ο Αμόρε συγκέντρωσε σχεδόν 585.000 ευρώ σε μετρητά σε διάστημα 18 μηνών, συμπεριλαμβανομένης μιας περιόδου επτά εβδομάδων που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2014 κατά τη διάρκεια της οποίας έκανε τρεις διαδοχικές καταθέσεις 150.000 ευρώ.

Οι καταθέσεις αυτές δεν αναφέρθηκαν ποτέ στην κυβέρνηση του Μονακό, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Στην πορεία της έρευνας και όσο διευρυνόταν, ήρθαν στην επιφάνεια ηχογραφήσεις συνομιλιών μεταξύ του Αμόρε και του Balga, του διαχειριστή τού λογαριασμού, από τις οποίες αποκαλύπτονταν πέρα από κάθε αμφιβολία οι παράνομες συναλλαγές.

Τους μήνες που ακολούθησαν τις συνομιλίες αυτές, η αρχή του Μονακό για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, SICCFIN, άρχισε να διερευνά λογαριασμούς στην Banque Havilland και στην Edmond de Rothschild στο πλαίσιο τακτικών ελέγχων. Οι πράκτορες της SICCFIN ανακάλυψαν ότι μεγάλες καταθέσεις μετρητών που θα έπρεπε να είχαν προκαλέσει υποψίες και να ειδοποιηθούν οι αρχές πέρασαν απλά σαν κάτι κανονικό.

Έγινε… παρεξήγηση

Τι μπορεί να «μπέρδεψε» τις τράπεζες του Μονακό; Την ίδια περίοδο, Μονακό και Ιταλία βρίσκονταν κοντά σε συμφωνία για την ανταλλαγή φορολογικών στοιχείων. Για δεκαετίες, οι εύποροι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν το Μονακό ως καταφύγιο για να γλιτώσουν φόρους. Κάποια στιγμή, η κυβέρνηση του Μονακό άρχισε διαπραγματεύσεις με δεκάδες κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, που προσπάθησαν να ανακτήσουν τα χαμένα έσοδά τους.

Οι τραπεζίτες ανέφεραν αργότερα στους ερευνητές ότι δεν είχαν θεωρήσει απαραίτητο να αναφέρουν τις συναλλαγές του Αμόρε, καθώς πίστευαν ότι επρόκειτο… απλώς για συνήθη φοροδιαφυγή και όχι ξέπλυμα χρήματος. Το πρώτο δεν ήταν έγκλημα στο Μονακό, σκέφτηκαν, καθώς η κυβέρνηση των Μονεγάσκων γνώριζε και έδειχνε ανοχή να χρησιμοποιοείται το Μονακό για φοροδιαφυγή.

Για ορισμένους τραπεζίτες, η συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών, που υπογράφηκε τον Μάρτιο του 2015, έπεσε σαν βόμβα. Ήταν τότε η στιγμή που στέλεχος της Edmond de Rothschild, φέρεται να θορυβήθηκε τόσο ώστε να εκφράσει σε συνάδελφό του τον προβληματισμό: «Δεν βλέπω πώς μπορούμε να συνεχίσουμε να δεχόμαστε τέτοιες καταθέσεις».

Πηγή: ΟΤ

Περισσότερα Εδω

Προηγούμενο άρθροΜηνιαία δραστηριότητα Αστυνομικών Υπηρεσιών της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλίας
Επόμενο άρθροΣωματείο Εργαζόμενων στο Μετρό: Δικάζεται για απεργία που… δεν κήρυξαν – Οργισμένοι οι εργαζόμενοι